Περπατάμε με έναν αέρα περίεργο. Προχωράμε και γελάμε, νομίζω ότι όταν ακούω τους ήχους από τα γέλια ή τις φωνές μας ζωντανεύει κι ο δρόμος γύρω μας. Βλέπω φωτογραφίες και νιώθω ότι πραγματικά επιστρέφω στις μέρες που τραβήχτηκαν, ζω ξανά εκείνες τις στιγμές με κάθε λεπτομέρεια.
-Ξέρεις είναι και το άλλο συναίσθημα ρε γαμώτο. Ψιθύρισα νομίζω εκείνη τη στιγμή.
-Ξέρω, νιώθεις ότι λίγο πιο κάτω θα εμφανιστούν ξαφνικά όλοι οι υπόλοιποι με τους οποίους έχεις αναμνήσεις εδώ.
-Κάτι τέτοιο, ας πούμε.
Εγώ αγάπη μου δε βλέπω μπροστά μου. Κι εσύ περιμένεις να δω την αγάπη
στα μάτια σου; Εγώ δε μπορώ να περπατήσω ίσια από την ανασφάλεια και
περιμένεις να καταλάβω ότι αυτό το υπέροχο λευκό είναι τα φτερά σου; Εδώ
δε μπορώ να κοιτάξω τα πουλιά στον ουρανό να φεύγουν σε σμήνη γιατί
τρομάζω, τρομάζω στη σκέψη πως μπορεί μια μερα να ενσαρκωθώ σ'ένα από
αυτά. Τότε όμως θα μπορώ να είμαι ελεύθερη, να τραγουδάω γελώντας, να σε
βλέπω χωρίς να με αντιλαμβάνεσαι και να συγχρονίζω το κελάηδημά μου με
το δικό σου σφύριγμα. Δεν ήμουν από εκείνες που ερωτευμένες
καταθλίβονταν στην ιδέα και ζούσαν μόνο για να τις κοιτάξεις. Είμαι απο
εκείνες που ερωτευμένες το μόνο πράγμα που θέλουν είναι να κάνουν τον
κόσμο γύρω τους χαρούμενο. Εγώ στον ήχο της φωνής σου θα ξυπνούσα από
χειμερία νάρκη και στο δικό σου "έλα" θα έμπαινα λαθρεπιβάτης σε βαγόνια
προς το άπειρο για να σε βρω κάπου στο πάντα. Εγώ σε σκέφτομαι και
νιώθω τον αναπτήρα στην τσέπη μου να με παρακαλά να τον αγγίξω, μόνο για
μια φορά , κι ύστερα για δεύτερη και για τρίτη και για όσες φορές τα
δαχτυλίδια του καπνού μου θυμίζουν το γκρίζο της σκέψης σου. Εγώ μωρό
μου έζησα το θρόισμα του χεριού μου στο δικό σου και πέθανα για να
βρίσκομαι κάθε βράδυ στα όνειρά σου.
If I was a flower growing wild and free
All I'd want is you to be my sweet honey bee.
"Όλα τα πρωινά του κόσμου είναι χωρίς επιστροφή" . Μια φράση ορόσημο από μια ταινία που ακόμα δεν είχε βρει το χρόνο να παρακολουθήσει. Μα τη φράση την είχε εμπεδώσει καλά, στην πράξη. Κάθε πρωί ένιωθε λες κι ήθελε να επιστρέψει στο προηγούμενο. Κάθε Σάββατο βράδυ συνειδητοποιούσε πως άλλη μια βδομάδα είχε περάσει, είχε εξαφανιστεί, κι ήταν ίδια κι απαράλλαχτη με τις υπόλοιπες. Συνειδητοποιούσε ότι σχεδόν ξανάρθε το καλοκαίρι ενώ το προηγούμενο έμοιαζε ακόμα τόσο κοντά-μα και τόσο μακριά μαζί. "Αυτό είναι το φυσιολογικό. Να σου φαίνεται σαν να'ναι χτες και ταυτόχρονα κάμποσους αιώνες πριν. Έτσι κυλάει φυσιολογικά ο χρόνος" Ήταν σαν να άκουγε τη φωνή της Σ* μέσα στο κεφάλι της. Κοίταξε την οθόνη του κινητού της κι όπως ήταν σίγουρη δεν υπήρχε κανένα νέο μήνυμα, καμιά αναπάντητη κλήση. Το πέταξε λίγα μέτρα μακριά στον καναπέ και βγήκε στο μπαλκόνι. Ήταν έξι η ώρα το πρωί κι εκείνη δεν είχε κλείσει μάτι όλο το βράδυ. Ούτε ο καφές έφταιγε ούτε ο αναποφάσιστος νυχτερινός καιρός. Σκέψεις, συναισθήματα, προφανώς. Αυτή δεν είναι η συνηθέστερη αιτία εξάλλου; Εισέπνευσε βαθιά ρουφώντας την πρωινή συννεφιασμένη δροσιά. Κράτησε τον αέρα μέσα της κι έκλεισε τα μάτια της ενώ προσπαθούσε να φανταστεί τα χέρια του γύρω από τη μέση της. Ύστερα εξέπνευσε αργά κι άνοιξε τα μάτια της. Δεν απογοητεύτηκε από την απουσία του, την είχε συνηθίσει πλέον. Υπό άλλες συνθήκες θα έφτιαχνε καφέ και θα έβαζε μουσική. Ή θα προσπαθούσε να κοιμηθεί. Τώρα απλά έμεινε στο μπαλκόνι κοιτάζοντας το δρόμο από κάτω. Εκείνος τη συνόδευε κάθε βράδυ μέχρι το σπίτι της στην αρχή. Μετά ξεκίνησε να ανεβαίνει μέχρι πάνω, στην αρχή για να δανειστεί κανένα βιβλίο ή να της δώσει πίσως κάποιο. Έπειτα σχεδόν εγκαταστάθηκε τόσο στο σπίτι όσο και στη ζωή της. Και μια μέρα απλά δεν ήταν πια εκεί. Δηλαδή σωματικά ήταν, αλλά ψυχικά είχε χαθεί. Ήταν ένα άτομο διαφορετικό, ένας άνθρωπος που ενώ νόμιζε πως ήξερε πολύ καλά συνειδητοποιούσε ότι δε γνώριζε στο ελάχιστο. Ενώ λάτρευε τη μαγειρική της, ξαφνικά έτρωγε όλο και πιο συχνά ντιλίβερι. Ενώ ήθελε να κάνουν σεξ κάθε βράδυ ξεκίνησε να κοιμάται όλο και πιο νωρίς, να ξυπνάει όλο και πιο νωρίς, και συχνά να μη συναντιούνται ούτε για ν'ανταλλάξουν καλημέρα. Μέχρι που κάποια στιγμή σταμάτησε να είναι και σωματικά εκεί. Από τότε τον είχε δει μια-δυο φορές να περνάει με τη μηχανή από εκείνον το δρόμο, να σταματάει στην απέναντι πλευρά του πεζοδρομίου για λίγα δευτερόλεπτα. Εκείνες τις στιγμές χαμογελούσε όπως όταν γνωρίστηκαν και το πρόσωπό του φωτιζόταν όπως κάθε φορά που την έβλεπε. Ήταν ο ίδιος άνθρωπος που ερωτεύτηκε, για λίγα δευτερόλεπτα μονάχα. Ύστερα ανέβαινε στη μηχανή του και γινόταν καπνός. Εκείνη κρυβόταν πίσω από τη μπαλκονόπορτα για να μην τη δει, όμως το πρόσωπό της χαμογελούσε, το είναι της χαμογελούσε, όπως όταν τον πρωτογνώρισε.
"Όλα τα πρωινά του κόσμου είναι χωρίς επιστροφή" ψιθύρισε ενώ έβλεπε μια γνώριμη μηχανή να περνάει από το δρόμο λίγα μέτρα κάτω από το μπαλκόνι της. Ο αναβάτης δεν κοίταξε ούτε δεξιά, ούτε αριστερά. Συνέχισε ακάθεκτος την πορεία του πατώντας δυνατά το γκάζι.
Υ.Γ. Δε θα σας δώσω τραγούδι, αλλά μια ιστοσελίδα όπου υπάρχουν καταπληκτικές ελληνικές και ξένες playlists για κάθε διάθεση. http://www.kasetophono.com/
Καλό απόγευμα!
Θα κάνω για λίγο πως είμαι κάποιος άλλος. Ίσως αν αποβάλλω την ταυτότητά μου προσλάβω μια λιγότερο ανασφαλή.
Σε διακρίνω από μακριά καθώς έρχεσαι. Η αλήθεια είναι ότι δεν περίμενα και πολλή ώρα. Εξάλλου κάθε φορά καθυστερούμε και οι δύο κανένα εικοσάλεπτο. Όσο πλησιάζεις τόσο καλύτερα μπορώ να ξεχωρίσω κάθε χαρακτηριστικό σου. το χαμόγελό σου όταν με βλέπεις μου θυμίζει τα καλοκαιρινά βράδια που εκείνο στόλιζε μόνιμα το πρόσωπό σου. Με ένα λαστιχάκι από τον καρπό σου πιάνεις τα μαλλιά σου ένα μικρό και άγαρμπο κότσο αφήνοντας μερικές τούφες να κρέμονται άτσαλα. Κοιτάς την ώρα στο κινητό σου και σε αγκαλιάζω ενώ μου απολογείσαι για την αργοπορία σου.
-Μην ανησυχείς, δεν περίμενα πολύ είναι η αλήθεια.
Εσύ χαμογελάς και με ρωτάς που θα πάμε. Η φωνή σου ακούγεται τόσο μελωδική και όμορφα διαφορετική από ότι στο τηλέφωνο. Δε σου απαντάω, απλά τυλίγω το χέρι μου στη μέση σου και ξεκινάμε να περπατάμε. Χωρίς προορισμό. Σταματάς σε ένα περίπτερο και παίρνεις ένα σπαστό φραπέ.
-Νόμιζα ότι δε σου άρεσε ο σπαστός. Κι εξάλλου κοντέυει δέκα το βράδυ, γιατί να πιεις καφέ;
-Στην ανάγκη κι αυτός καλός είναι. Επειδή υπάρχει κάτι που λέγεται εξάρτηση.
-Σαν αυτή που υπήρχε μεταξύ μας;
-Κάτι τέτοιο. Πώς περνάς;
-Ζω τη ρουτίνα μου. Της απάντησα. Κατέβηκα προχτές που έκλεισε η σχολή...Γενικά εντάξει, εσύ;
-Αυτή η δύναμη της συνήθειας..εγώ ήρθα πριν τέσσερις μέρες. Ευτυχώς καταφέρνω να ξεφεύγω από τη ρουτίνα μου όσο μπορώ...Ή τουλάχιστον να της προσδίδω όμορφα μέρη.Η συνήθεια όταν είναι όμορφη δεν είναι κουραστική, μη σου πω ότι είναι απαραίτητη. Σου δίνει ένα λόγο να ξυπνάς το πρωί.
-Ναι, και εμείς ως συνήθεια δεν ήμασταν κουραστικοί νομίζω.
Δε μου απαντάς. Σταματάς να περπατάς ενώ έχουμε φτάσει στο πάρκο Θεοτοκόπουλου μετά από μια βόλτα στην παραλιακή. Με κοιτάζεις απευθείας στα μάτια και προσπαθώ να καταλάβω τι πρέπει να σκεφτώ για τη σιωπή σου.
-Σε έπρηξα λίγο για να βγούμε νομίζω. Ξέρεις ότι το κάνω αυτό όταν νιώθω ότι χάνω τον άλλο.
-Δε φταις εσύ κοριτσάκι. Οι συνθήκες, η απόσταση, ξέρεις...Δε μπορείς να διατηρήσεις μια σχέση τηλεφωνικώς ούτε διαδικτυακώ για πολύ καιρό. Γνέφεις παίρνοντας ένα σκεπτικό ύφος. Πάντως είχα δίκιο από την αρχή.
-Και ανασφάλειες είχες από την αρχή.
-Όλοι έχουμε ανασφάλειες, απλά είναι διαφορετικές, το ξέρεις αυτό, της απάντησα.
-Το θέμα είναι ότι ίσως κάποιοι προσπαθούν να καλύψουν τις ανασφάλειες των άλλων προκειμένου να δείξουν στους άλλους ότι χρειάζεται να τους βοηθήσουν να καλύψουν τις δικές τους.
-Τότε αυτοί οι κάποιοι μπορούν να σταματήσουν τις υπεκφυγές και να λένε ξεκάθαρα τι σκέφτονται.
-Δεν είναι υπεκφυγές μου απαντάς και τώρα το βλέμμα σου είναι μέσα στην ένταση.
-Καλά μη νευριάζεις σου απάντησα την ώρα που χτυπούσε το τηλέφωνό μου.
Λίγο μετά σου ανακοινώνω ότι οι υπόλοιποι μας περιμένουν λίγο πιο κάτω οπότε ξεκινάς να κατευθύνεσαι προς τα εκεί αμίλητη.
-Τι έπαθες; Ίσως να μην έπρεπε να είμαι τόσο απότομος αλλά με νευριάζει αυτό. Να παρεξηγείς ή να καταλαβαίνεις καταστάσεις διαφορετικά και μετά...
-Τίποτα. Απλά μου τη δίνει που δεν καταφέραμε να είμαστε τόσο κοντά όπως τότε, που δεν προσπάθησα πιο πολύ. Ή που δεν προσπάθησες εσύ. Και δε μπορώ να καταλάβω αν ήταν θέμα εγωισμού ή αν απλά ήθελες να απομακρυνθείς.. Ήταν τα πρώτα τόσο πραγματικά λόγια που μου είχες πει το τελευταίο εξάμηνο. Και δεν είχα καμία απολύτως απάντηση. Συνεχίζω να περπατάω προς τους άλλους. Διέκρινα εφτά φιγούρες να μας περιμένουν στο σημείο συνάντησης.
-Γαμώτο σταμάτα να αποφεύγεις συζητήσεις! μου λες ενώ με τραβάς απότομα.
-Δηλαδή τι θέλεις να κάνω;
-Τώρα δεν ξέρω. Τότε ίσως έπρεπε να μην αφήσουμε τις ανασφάλειές μας να μας απομακρύνουν τόσο.
-Εγώ τις είχα μειώσει αρκετά ξέρεις, εσύ είχες το θέμα.
-Το θέμα δεν είναι να μοιράζουμε ευθύνες.. μου λες...Ίσως να μην είχες επειδή κάποιος προσπαθούσε να τις καλύψει..
Φτάσαμε στην υπόλοιπη παρέα. Το υπόλοιπο βράδυ κύλησε ομαλά και χωρίς απρόοπτα. Ωστόσο είναι τόσο στενάχωρο να συναντιέσαι με άτομα που κάποτε σήμαιναν υπερβολικά πολλά για σένα, κι ακόμα θα μπορούσαν να σημαίνουν αν δεν υπήρχε αυτή η καταλυτική δράση εξωτερικών παραγόντων. Και τώρα δεν ξέρω τι πρέπει να κάνω. Αν πρέπει να σε πάρω τηλέφωνο, αν θέλω να σε ξαναδώ χωρίς τους άλλους μπροστά. Δεν ξέρω. Θέλω. Αλλά φοβάμαι ότι θα απογοητευτώ γιατί θα συγκρίνω συνέχεια εμάς με τους παλιότερους εαυτούς μας όταν βρίσκονταν μαζί. Γαμώτο.
Αν και δε νομίζω ότι υπάρχει αποτέλεσμα. Αυτές οι ανασφάλειες μας διαλύουν όλους. Γι αυτές τις ανασφάλειες ξεχνάμε να ζήσουμε, ή βάζουμε περιορισμούς στα θέλω μας. Προτιμάμε να αναρωτιόμαστε ζωές ολόκληρες παρά να προσπαθούμε. Πιστεύουμε ότι δε θα τα καταφέρουμε, ότι δεν είμαστε αρκετά καλοί, αρκετά έξυπνοι, αρκετά όμορφοι, αρκετά ερωτευμένοι. Μα η οξύνοια είναι διαφορετική για τον καθένα, η καλοσύνη φαίνεται υπό διαφορετικές συνθήκες σε κάθε άτομο, η ομορφιά είναι υποκειμενική -τόσο η εξωτερική όσο και η εσωτερική- κι ο έρωτας εξελίσσεται αν υπάρχουν σπόροι και δεχτούν λίπασμα. Εγώ πάντως θα επιλέξω να κρατήσω τη φράση εκείνη, της κοπέλας."-Το
θέμα είναι ότι ίσως κάποιοι προσπαθούν να καλύψουν τις ανασφάλειες των
άλλων προκειμένου να δείξουν στους άλλους ότι χρειάζεται να τους
βοηθήσουν να καλύψουν τις δικές τους."
Εκείνος περπατούσε στην πόλη χωρίς συγκεκριμένο προορισμό.
Εκείνη είχε μάθημα σε λίγο, δεν έπρεπε να αργήσει.
Εκείνος κοίταζε τους ανθρώπους γύρω του, όλοι άγνωστοι κι αδιάφοροι.
Εκείνη χαιρετούσε γνωστούς κάθε λίγα λεπτά.
Εκείνος κατευθυνόταν προς την παραλιακή, πλησιάζοντας τον Πύργο.
Εκείνη περπατούσε γρήγορα προς την παραλιακή, φτάνοντας στο Κάστρο.
Εκείνος προχώρησε λίγο πιο πέρα κι έμεινε ακίνητος να κοιτάζει τη θάλασσα.
Εκείνη προχώρησε και κάθισε σ'ένα παγκάκι πολύ συγκεκριμένο, κι έμεινε ν'ατενίζει τη θάλασσα.
Εκείνος άκουγε τις συζητήσεις των ανθρώπων γύρω του, που παρέμβαιναν στη μουσική από τα ακουστικά του.
Εκείνη
ήταν απόλυτα απορροφημένη στη μουσική από τα ακουστικά της. Κανένας
άλλος ήχος δεν τη διαπερνούσε. Και καμιά άλλη κίνηση γύρω της. Ήταν
χαμένη στις σκέψεις της.
Εκείνος θυμόταν γεγονότα, σκηνές κοντά στον Πύργο.
Εκείνη θυμόταν εικόνες, συζητήσεις δίπλα στο Κάστρο.
Εκείνος έμεινε για αρκετή ώρα εκεί.
Εκείνη πάλι έφυγε γρήγορα, είχε αργήσει στο μάθημα.
Άνθρωποι, μέρη, συζητήσεις περνούσαν διαδοχικά από τις σκέψεις τους.
Έμοιαζαν εικόνες από άλλες στιγμές, από εποχές μακρινές που ίσως να μην
έζησαν οι ίδιοι. Ένοιωθαν σαν να παρακολουθούν τις ζωές τους σε ταινία,
μόνο που σε κάποιο σημείο και οι δύο ταινίες παύουν να έχουν ενδιαφέρον,
γίνονται απλά καθημερινά γεγονότα, ρουτίνες με προβλέψιμες εξελίξεις.
Ίσως εκείνος κι εκείνη να μη συναντήθηκαν ποτέ.
Ίσως να έζησαν σε διαφορετικές εποχές, σε διαφορετικές πόλεις, χώρες, συνθήκες.
Ίσως όμως να ήξεραν πολύ καλά ο ένας τον άλλο.
Ίσως
να βρίσκονταν ακόμα στο ίδιο μέρος -ή κάποτε να είχαν βρεθεί- και να
μην παρατήρησαν ποτέ ο ένας τον άλλο ενώ στην πραγματικότητα έψαχναν ο
ένας για τον άλλο.
Ίσως
πάλι να υπήρξαν ο ένας μόνο για τον άλλο, ή να ήταν δυο γνωστοί που δεν
έτυχε να ανταλλάξουν ποτέ κάτι περισσότερο από μια καλημέρα.
Όμως
σίγουρα ήταν απερίγραπτα όμοιοι και αρμονικά διαφορετικοί ταυτόχρονα.
Σίγουρα η κοσμοθεωρία τους έμοιαζε όσο κι αν εκείνη ήταν λίγο πιο
οπτιμίστρια ενώ εκείνος λίγο πιο λογικός. Ίσως εκείνος να ήταν λίγο πιο
σοβαρός κι αυτή λίγο πιο αυθόρμητη. Ίσως αυτός να ήταν λίγο πιο εγωιστής
κι εκείνη λίγο πιο παρορμητική.
Όμως θα έπρεπε θεωρώ να γνωριστούν. Θα έπρεπε θεωρώ να υπάρξει μια συζήτηση μεταξύ τους.
Ίσως εκείνη να περπατούσε στο δικό της λιμενοβραχίονα κάθε φορά που συζητούσαν νοητά.
Ίσως εκείνος να κοίταζε τη δική του παραλιακή ενώ σκεφτόταν τι θα του απαντούσε αν ήταν δίπλα του.
Καλό μήνα!