Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα fear. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα fear. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 6 Μαρτίου 2016

A cry for love

Ένα από τα πρώτα μαθήματα στη σχολή ήταν σχετικά με "το φόβο του λευκού χαρτιού". Αυτό το συναίσθημα που κοιτάζαμε το χαρτί και δεν ξέραμε τι να βάλουμε μέσα. Δε μπορούσαμε να σκιτσάρουμε τίποτα. Ενώ αν το χαρτί είχε πάνω μια μουτζούρα μπορούσαμε με ευκολία να προσθέσουμε και τη δική μας.
Πλέον το παθαίνω αυτό με τις λέξεις. Δεν ξέρω από που να ξεκινήσω. Φοβάμαι το λευκό χαρτί. Δεν ξέρω πως να συνεχίσω τις ιστορίες μου. Μένουν συνέχεια μισές. Φτιάχνω πρόσωπα στο μυαλό μου κι όταν αρχίσω να γράφω γι αυτά, φτάνουν όλα σε συναισθηματικό τέλμα και μένουν εκεί. Γιατί εκεί είμαι κι εγώ. Και για να βγουν χρειάζονται αγάπη. Απλά φοβάμαι να το συνειδητοποιήσω γιατί τότε ίσως και να μη βγουν ποτέ. 
Η αγάπη είναι στις πιο μικρές στιγμές- εκεί την καταλαβαίνουμε. Στις μεγάλες εκφάνσεις της δε μπορούμε να τη δεχτούμε γιατί δε μπορούμε να την καταλάβουμε.
Ή εναλλακτικά:
Βασικά έχουμε μάθει να αναγνωρίζουμε πότε προσφέρουμε αγάπη. Αλλά είμαστε τόσο αφοσιωμένοι σε αυτό που δε μπορούμε να αναγνωρίσουμε πότε μας προσφέρουν. Που περιμένουμε ότι κάποιος μας αγαπάει μόνο όταν το γράψει σε ένα πανό και μας το κολλήσει στο πρόσωπο, ή το βροντοφωνάξει μπροστά σε εκατό ανθρώπους. Κι ίσως ούτε τότε να μην τον πιστέψουμε.
Είμαστε όμως σίγουροι ότι ο άλλος καταλαβαίνει την αγάπη μας από το φλιτζάνι καφέ που θα του προσφέρουμε, ή από το άγγιγμα ή το βλέμμα μας και μόνο. Γιατί δε μπορούμε να δεχτούμε την αγάπη; Ίσως γιατί δεν προσπαθούμε να τη βρούμε γύρω μας. Ή μπορεί επειδή οι ίδιοι δεν προσφέρουμε αρκετή κι έτσι δεν αναγνωρίζουμε τις μορφές της.
Δεν ξέρω τι γράφω. Είναι γιατί αφού ξεπέρασα τον αρχικό φόβο του λευκού χαρτιού ξέφυγα πάλι.
Νιώθω ότι διοχετεύω τον εγωισμό μου σε λάθος καταστάσεις.
Νιώθω ότι αναλώνομαι για ανθρώπους που δεν αξίζει και δε θα το μάθουν και ποτέ, επειδή δε θέλω.
Νιώθω εξαντλημένη.
Νιώθω ότι όλοι γύρω μου βαριούνται να κουνήσουν το δάχτυλό τους κι εγώ τρέχω μαραθώνιους αν όχι με το σώμα τότε σίγουρα με τη σκέψη μου.
Κι αυτό γιατί δεν υπάρχει επικοινωνία.
Επειδή σίγουρα υπάρχουν αναρίθμητοι άνθρωποι που νιώθουν σαν κι εμένα και που ποτέ δε θα έχουμε την ευκαιρία να συνομιλήσουμε ή να κάνουμε μαζί όλα εκείνα που οι άλλοι βαριούνται ή απαξιώνουν.
Όσο είμαι στην Αθήνα δεν έχω πάει ποτέ βραδινή βόλτα σε παραλία.
Κι ήταν τόσο όμορφα στην Κρήτη όταν περπατούσαμε στο λιμενοβραχίονα παρέα ή μόνη με τα ακουστικά μου.
Κι ας μη μου λείπει η Κρήτη τόσο. Μόνο σε στιγμές. Και σε ανθρώπους.
Μου λείπει σίγουρα αυτό, η θάλασσα. Να τη βλέπω, να την ακούω. Να περπατάω στην άμμο ξυπόλυτη κι ας φοράω μπουφάν, κι ας κάνει κρύο, κι ας είναι Μάρτιος μόλις.
Μου λείπει το σχολείο, κι η ξεγνοιασιά.
Και η εποχή που δεν είχα ευθύνες, μόνο λίγο διάβασμα και πολύ χρόνο και πολλές φωνές μέσα στο σπίτι και μερικά γαβγίσματα.
Είναι όμορφη η Αθήνα, αλλά μοναχική. Κι αυτή κι εγώ. Όχι ότι δε θα βγω, ή ότι δεν έχω φίλους ή ότι δε μ'αρέσει. Αλλά έχω εθιστεί σε εκείνες τις μοναχικές βόλτες που κάθε φορά με γαμάνε συναισθηματικά με όλα αυτά που σκέφτομαι και που παράλληλα μου δίνουν ζωή.
Πάλι για την Αθήνα κατέληξα να λέω.

Μου λείπει η θάλασσα.
Κι η αγάπη.

Μεγαλώνω και φοβάμαι.
Φοβάμαι επειδή μεγαλώνω.
Μεγαλώνω επειδή φοβάμαι.


Βοήθεια. Ή εναλλακτικά, αγάπη.

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2016

θυμάρι

Πρέπει να σταματήσεις να σκέφτεσαι τόσο, κοριτσάκι, θα το κάψεις-και δεν είναι ότι σου περισσεύει κιόλας.  Οι λέξεις είναι ένα μπερδεμένο σύννεφο στο κεφάλι μου, κι είναι ακόμα μόνο λέξεις.
γκρι.
Χτες μου είπες ότι δε γράφω πια για σένα.
Μα ούτε εσύ γράφεις για μένα. Ούτε εσύ σκέφτεσαι εμένα.
Προχωράς, προχωράω και έτσι συνεχίζεται η ζωή.
Δύο ευθείες έχουν είτε ένα, είτε άπειρα κοινά σημεία.
Εμάς νομίζω ότι ήταν ένα.
Μπορεί να φάνηκε ότι διήρκεσε σαν άπειρα, αλλά όχι. Ήταν ένα.

Το παρελθόν το κρατάμε, αυτό είναι ό,τι είμαστε.
Τι πάει να πει σ'αυτή τη γλώσσα τη βουβή βαστάω γερά κρατάω καλά
Και στο τέλος της μέρας εμείς είμαστε οι μόνοι που μπορούμε να κάνουμε αυτοκριτική.

Για πες λοιπόν, είσαι εντάξει με τον εαυτό σου;
Κοιμάσαι ήσυχος τα βράδια γιατί είσαι ηθικός και δεν κλέβεις, δε χτυπάς και δεν απατάς την κοπέλα σου. 
Αλλά η ηθική σου σταματάει στα μικροπροβλήματα της καθημερινότητας.
Πόσο ηθικό είναι να θαλασσοπνίγονται άνθρωποι;
Πόσο ηθικό είναι να σε εκμεταλλεύονται;
Κάνε την εκμετάλλευση του άλλου δική σου κι ίσως νιώσεις.
Ίσως τα βράδια να μην κοιμάσαι τόσο ήσυχα.
Ίσως να σταματήσεις να νιώθεις ολοκληρωμένος ηθικά επειδή το μόνο που κάνεις είναι να μην κλέβεις, να μη χτυπάς, να μην προσπαθείς για τίποτα άλλο πέρα από τις δικές σου ιδιοτελείς ανάγκες.

Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2016

Εσύ, τι φοβάσαι;

Είναι που εγώ φοβάμαι να φεύγω ενώ εσύ θέλεις μόνο να φεύγεις
Είναι που κανείς μας δεν ξέρει τι θέλει
Είναι που οι μέρες αυτές είναι παράξενες
Λίγο γλυκές, σε στιγμές
Πολύ μοναχικές, από επιλογή
Ξέρω ότι αν βγω, εκείνοι θα είναι εκεί
Ακόμη ξέρω ότι εγώ δε θα'μαι εκεί
Θα ταξιδεύω σε σένα κι ας μην ξέρω ποιος είσαι
Θα σε έχω ανάγκη αλλά θα σε κοιτάω και θα βλέπω το κενό
Γιατί θα σε ψάχνω παντού
Θα γνωρίζω ανθρώπους λίγο ή πολύ
Και θα ψάχνω εσένα, θα προσπαθώ να βγάλω εσένα από μέσα τους
Κι ας μην ξέρω ποιος είσαι, μωρό μου
Ας μην ξέρω πως είσαι
Ξέρω μόνο ότι μου λείπεις
Νιώθω μόνο την απουσία σου, κι ας μη σ'έχω γνωρίσει ακόμη
Θα σου γράφω και θα σε αγκαλιάζω κι ας μην έρθεις ποτέ
Μπορεί να έρθεις και να μη σε γνωρίσω γιατί.
Θα σε ρουφήξει το κενό μου
Είναι τόσο μεγάλο που καταπίνει ό,τι κάνω
Έτσι νιώθω για πολλή ώρα τη γεύση της τροφής στον ουρανίσκο
Αλλά μετά κι αυτή ξεθωριάζει
Μετά όλα ξεθωριάζουν
Κι εσύ, μωρό μου,
αφού σε έχει ρουφήξει το κενό μου
Αφού,
αυτή τη φορά θα έχω φύγει εγώ.
Κι ας φοβάμαι να φεύγω.

Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2015

Αντανακλάσεις

Νομίζω για μένα λειτουργείς σαν καθρέφτης.
Και μόνο το βλέμμα σου, ή έστω η φωνή σου, μου υπενθυμίζουν όσα έχω κάνει από την τελευταία μας επαφή μέχρι σήμερα.
Κι ενώ μπορεί πριν να ένιωθα υπέροχα για όλα, είναι σαν να μου υπενθυμίζεται ξαφνικά ότι κατά βάθος δεν είναι έτσι.
Ότι προσπαθώ να γίνω κάτι που δεν είμαι για να νιώσω καλύτερα.
Και πίστεψέ με, το καταφέρνω.
Μέχρι να ξαναμιλήσουμε, να ξανακοιταχτώ σε αυτόν τον ιδιότυπο καθρέφτη και να δω μέσα μου.
Να δω το βάλτο στο στομάχι μου, τη θαμπάδα στα μάτια μου και τα κλαδιά στο κεφάλι μου.
Ειδικά εκείνα τα κλαδιά είναι σαν να έχουν διαμελίσει τις μνήμες και να τις έχουν ανακατασκευάσει όπως θέλουν, εξιδανικεύοντας ορισμένες στιγμές και εξαλείφοντας άλλες.
Και δυστυχώς τα κλαδιά κάθε μέρα μεγαλώνουν και μπλέκονται όλο και πιο πολύ.
Κι εγώ είμαι ανήμπορη να αντιδράσω. 
Θα μπορούσα να γυρίσω απ'την άλλη, να μην κοιτάζω τον καθρέφτη.
Αλλά η σχέση μου μαζί του είναι μια εξάρτηση βαθιά και αυτοκαταστροφική.

Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2015

Αμύγδαλα

Πρέπει λέει να πίνω ζεστά για το λαιμό μου.
Ξέρεις, έχει πρηστεί η μία αμυγδαλή. 
Είναι σαν να έχει φυτρώσει ένα αμύγδαλο. 
Ή και δύο.
Στη μια αμυγδαλή.
Όμορφο δεν ακούγεται;
Οπότε μπήκα στη μπανιέρα κι άφησα το νερό να κάψει.
Μετά μπήκα κάτω από τη βρύση κι άρχισα να πίνω καυτό νερό.
Έκαψα τελείως το λαιμό μου τώρα.
Εξάλλου τα αμύγδαλα ψημένα είναι πιο νόστιμα.
Τώρα έχω και δικαιολογία για τις στιγμές που δε μιλάω και δε γελάω.
Θα με ρωτάς τι σκέφτομαι .
Και δε θα χρειάζεται να σου απαντάω καν.
Αφού πια δε μπορείς να διαβάσεις τη σκέψη μου.
Μα κι όταν μπορούσες ανάγνωση έκανες.
Έβλεπες τα αμύγδαλα σαν εικόνα, τα θαύμαζες και τα έτρωγες.
Αμάσητα.
Γι αυτό πάντα τελειώνεις το φαγητό σου πριν από μένα.
Κι εγώ μένω μόνη μου στο τραπέζι.
Μαζεύεις όλα τα πιάτα εκτός από το δικό μου.
Και μετά φεύγεις.
Εγώ μένω.
Συνεχίζω να μασάω αργά το φαγητό μου, μέχρι την τελευταία μπουκιά.
Μα αυτές τις μέρες ξέρεις τι κάνω;
Αφήνω την τελευταία μπουκιά στο πιάτο.
Δεν θέλω να ξέρω τη γεύση της.
Δε θέλω να ξέρω τη γεύση της τελευταίας σκέψης σου.
Περιμένω να μου την πεις εσύ, όχι να τη μαντέψω.
Μα εσύ έχεις από ώρα φύγει.
Κι εγώ περιμένω.
Να έρθει η άνοιξη μάλλον.
Για να ανθίσουν οι αμυγδαλιές και να βγάζω λουλούδια από το στόμα μου.





Στατιστικά, εάν το δεις οι μέρες που ξεκινούν υπερβολικά ευχάριστα καταλήγουν υπερβολικά δυσάρεστα.

Τετάρτη 22 Απριλίου 2015

Θεραπεία ακτίνων

Ξύπνησε με πονοκέφαλο σήμερα. Και χτες. Και προχτές. Και κάθε μέρα αυτή τη βδομάδα.
Σηκώθηκε βιαστικά κι άνοιξε τα πατζούρια. Το πρωινό φως πλημμύρισε το δωμάτιο. Αυτό επιθυμούσε κι εκείνη. Να νιώσει μια παρουσία στο δωμάτιο, κι ας ήταν το άψυχο φως. Έκανε τα πράγματα να φαίνονται αλλιώτικα... όπως κι ο έρωτας. Κι αφού πλέον δεν υπήρχε έρωτας ας υπήρχε τουλάχιστον φως. Στο δωμάτιο. Γιατί στις σκέψεις της έπρεπε να ψάξει πολύ για να το βρει. Κι αν δεν κοιμάσαι καλά ξυπνάς με πονοκέφαλο. Κι ο πονοκέφαλος δεν ευνοεί την εσωτερική αναζήτηση... Και καμία αναζήτηση.. Ίσως μόνο αυτή του κουτιού με τα παυσίπονα...
Μα το κουτί δεν ήταν πουθενά. Γιατί σε μια στιγμή έρωτα  αλαζονείας πίστεψε ότι ήταν δυνατή και θωρακισμένη απέναντι σε όλα. Κι έτσι πέταξε το κουτί. Ξέχασε όμως να θωρακιστεί απέναντι στον εαυτό της, ή καλύτερα στον εαυτό που της έβγαζε ο έρωτας εκείνος.



Σάββατο 21 Φεβρουαρίου 2015

Ίσως

Είναι ξαφνικά σαν να άδειασε η ζωή μου. Να μην έχει νόημα.
Ήθελα τόσο πολύ να περάσω σ'αυτή τη σχολή Πέρασα.
Δεν είναι ότι δε μου αρέσει.
Απλά νιώθω ότι δεν έχω ζωή πέρα από τη σχολή.
Μου ταιριάζει το αντικείμενο. Αλλά όχι έτσι.
Όχι τόσο πιεστικά. Όχι με τόσες προθεσμίες και τόση αυστηρότητα.
Όμορφες κι ενδιαφέρουσες εργασίες. Όμορφη ενασχόληση να δημιουργείς και να μεταμορφώνεις χώρους. Αλλά μετά μένεις με χώρους άδειους.
Πού είναι οι άνθρωποι που θα τους δώσουν ζωή;
Πού είναι οι άνθρωποι που θα μου δώσουν ζωή..
Πλέον η ζωή μου είναι κενή.
Φοβάμαι πολύ. Ποτέ δεν ήμουν έτσι.
Λένε πως το πρώτο έτος είναι το πιο δύσκολο σε κάθε σχολή-πόσο μάλλον αν είσαι μόνος σε μια άγνωστη τεράστια χαοτική πόλη.
Ωστόσο, βλέπω τους παλιούς μου φίλους να είναι ευτυχισμένοι, ο καθένας με τα μικροπροβλήματά του. Εγώ όμως δεν είμαι και δεν ξέρω πως να γίνω. Δε μπορώ να αφιερώνω λιγότερο χρόνο στη σχολή μου, δε γίνεται... 
Υπάρχει η δυνατότητα να αλλάξω σχολή. Όμως.. αυτό μου αρέσει και τίποτα άλλο (αλλά όχι έτσι !)
Και καταλήγω στο κενό.
Αποκτώ φοβίες.
Ελέγχω είκοσι φορές ότι έχω κλειδώσει πριν κοιμηθώ.
Αν μπορέσω να κοιμηθώ.
Γίνομαι ανασφαλής.
Η κοινωνικότητά μου φεύγει. Σταματάω να βρίσκω ενδιαφέρον ακόμα και στους πιο αγαπημένους μου ανθρώπους.
Βαριέμαι τα πάντα.
Είμαι συνεχώς κουρασμένη.
Ίσως περνάω πολύ χρόνο στον υπολογιστή.
Δεν ξέρω γιατί η ζωή μου έχει πάρει αυτήν την τροπή.
Πλέον δε γράφω καν. Κάτι που πριν δύο χρόνια χρειαζόμουν πολύ.
Ίσως όμως τώρα να κάνω την αρχή...
Να, ίσως τώρα που ξαναεκφράζω τις σκέψεις μου, που τις βλέπω γραμμένες να τις συνειδητοποιώ κι όλας... Κι ίσως τώρα μπορέσω να βελτιώσω τη ζωή μου. Να ξαναβρώ λίγο τον εαυτό μου...
Τουλάχιστον αν σ'έβλεπα κι εσένα πιο συχνά...Αλλά είμαστε και πάλι μακριά..


Μου λείπουν οι πανελλήνιες και η υπέροχα τακτοποιημένη ζωή μου. 

Τρίτη 1 Απριλίου 2014

Αναλγησία

Είναι φορές που η μυρωδιά της πόλης αυτής είναι αποκρουστική.
Μυρίζει ιδρώτα. Κάποιος δεν έχει λεφτά (πόσο απαίσια λέξη τα λεφτά, πόσο πιο απαίσια σημασία..) να πλυθεί. Μυρίζει κρεμμύδια, το στιφάδο κάποιας γυναίκας που σιγοτραγουδά έντεχνο και μετανιώνει που δεν έγινε τραγουδίστρια, που βλέπει τα βράδια στην τηλεόραση τα τάλεντ σόουζ κι εύχεται να 'ταν νέα. Μυρίζει, ακόμη, υπόνομος, κι οι άνθρωποι κλείνουν μύτες, μάτια, και μυαλά για να περάσουν...όμως δε μπορούν να μυρίσουν τη σάπια ψυχή τους.
Χτύπησε το τηλέφωνο..
-Καλησπέρα είναι εκεί η κ.Π.;
-Από που τηλεφωνείτε;
-Για μια οφειλή σας..
-Και δε σκεφτήκατε ότι είναι μεσημέρι; Ότι ίσως ξεκουράζεται;
-...
- Ότι ίσως είναι άκομψο να τηλεφωνείτε τέτοια ώρα; 
Η γυναίκα στην άλλη άκρη της γραμμής είχε σιωπήσει...και μετά σαν ο τόνος της να έγινε πιο σκληρός μου αποκρίθηκε
-Εσείς έχετε δουλειά ;
-Ναι και σίγουρα πιο δύσκολη από τη δική σας.
(Κι ακόμη πιστεύω, το να είσαι μαθήτρια που δίνει πανελλήνιες σε δύο μήνες είναι πιο δύσκολο από το να καλείς τηλέφωνα)
-Τότε θα ξέρετε ότι δεν ευθύνεστε πάντα εσείς για ό,τι κάνετε για τη δουλειά σας. Έτσι κι εγώ αν δεν είχα αυτή τη δουλειά δε θα μπορούσα να ζήσω. Ίσως η μαμά σας έχει πιο πολλά χρήματα γι αυτό κοιμάται το μεσημέρι.
τουτ..τουτ...τουτ...
Η κρίση που μας οδηγεί στο ξεπούλημα του εαυτού μας. Η ηθική αναλγησία της κρίσης. Βέβαια, αλυσίδα είναι όλα, εργάζεσαι όπου τύχει μιας και πρέπει να θρέψεις την οικογένειά σου. Όσο κι αν αντιπαθείς τη δουλεία-δουλειά σου. Κι έπειτα, σαφώς και δε μπορείς να υποκρίνεσαι, ξεσπάς. Χωρίς να ξέρεις με ποιον μιλάς. Τη λες στον άλλο, ο οποίος θα σε λυπηθεί. Επιζητείς τη λύπησή του χωρίς να ξέρεις καν με ποιον έχεις να κάνεις, κρύβεσαι στην ανωνυμία του τηλεφώνου και δε σε απασχολεί να μάθεις ότι ίσως ο άνθρωπος στον οποίο προσπαθείς να τη βγεις ζει χειρότερα από εσένα. Εξάλλου είπαμε, αναλγησία ηθική, όχι και ψυχολογική...
 Και μέσα σε όλα αυτά εσύ. Τα μαθήματα και οι σάπιες εικόνες της άλλοτε υπέροχης πόλης, τα μεσημεριανά τηλεφωνήματα από εκείνους που "κάνουν τη δουλειά τους", ο καφές και τα νεύρα κι η προσμονή. Θέλω να υπερπηδήσω αυτούς τους δυόμισι μήνες, να τελειώνει αυτή η κατάσταση.
Και πάνω που ξέρω ότι τουλάχιστον εσύ καταλαβαίνεις, όχι δεν είναι έτσι.
The sky above
Umbrellas, sculpture by Georgios Zongolopoulos.
Available for purchase as fine art print on Redbubble.Κανείς δεν καταλαβαίνει κανέναν πια, όλοι μόνο για τον εαυτούλη μας νοιαζόμαστε, και κρυβόμαστε στη μιζέρια, τη στεναχώρια, τη μοναξιά. Ή θεοποιούμε τους εαυτούς μας, μιας κι "εμείς είμαστε διαφορετικοί" και έτσι εφησυχαζόμαστε, επαναπαυόμαστε στη μοναδικότητα και στην υπεροχή μας.
Με ενοχλεί να σου ξεφεύγουν λόγια που εύχεσαι να μην είχες πει, με ενοχλεί να μετανιώνεις για ό,τι μου λες, με ενοχλεί που περνάς χρόνο με εκείνη κι όχι με εμένα και που έχω πανελλήνιες, κι εγώ είμαι εδώ κι εσύ εκεί κι αυτή μπορεί να σου χαϊδεύει τα μαλλιά ενώ εμένα δε με αφήνεις ούτε να τα ακουμπήσω, ακόμα και σε εκείνες τις στιγμές τις πολύ δικές μας, που δεν ξεχωρίζει το 'εσύ' απ'το 'εγώ' αυτό που ξεχωρίζει είναι ότι τα μαλλιά σου είναι δικά σου, όπως και ο λαιμός σου όπως κι όλα εκείνα που αρνείσαι να μοιραστείς. Αλλά εγώ πρέπει και θέλω να αφήνομαι ολοκληρωτικά, κι έτσι πάντοτε φτάνουμε σε αυτά τα αδιέξοδα, που εγώ μοιράζομαι κι εσύ κρατάς, που εγώ έχω ανάγκη να δίνω κι εσύ να παίρνεις, που περιμένω πάλι τις καταστάσεις, τα λόγια και τις πράξεις που ποτέ δεν έρχονται. Που περιμένω πάλι εσένα, αλλά... 


Καλό μήνα.


Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2013

Δεσμοί [x= (2Ν+1)*λ/4] και Δεσμά.

  Είναι δύσκολη η χρονιά, αγάπη μου. Τα χρήματα όλο και λιγοστεύουν για όλους. Όμως αντί αυτό να μας κάνει πιο ανθρώπινους, αντί να μας καλλιεργεί τη συμπόνια, να μας ευαισθητοποιεί, έχει το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Μας κάνει ολοένα και πιο απάνθρωπους. Δολοφονούμε ανθρώπους γιατί είναι διαφορετικοί, αδιαφορούμε για εκείνους που μας έχουν ανάγκη, καταστρέφουμε τους ίδιους τους εαυτούς μας.
  Με ενοχλεί που περνούν οι μέρες τόσο γρήγορα. Φεύγουν κι εγώ βρίσκω τόσες πολλές ομοιότητες μεταξύ τους που πλέον δε μπορώ να ξεχωρίσω πότε έχει έρθει η επόμενη μέρα. Λένε πως η τελευταία χρονιά στο σχολείο πρέπει να είναι διασκεδαστική, να σου αφήσει αναμνήσεις ανεξίτηλες που θα θυμάσαι σε σαράντα χρόνια και θα χαμογελάς. Θα αποζητάς τις χαρούμενες λυκειακές μέρες που έκανες βόλτες, χόρευες και γελούσες χωρίς μέτρο. Λένε. Λένε ότι έτσι θα πρέπει να είναι. Όμως εμείς τι θα θυμόμαστε; Τις ατέλειωτες ώρες ρουτίνας; Ξυπνάω, ντύνομαι, πάω στο σχολείο. Φεύγω από εκεί και το κεφάλι μου πονάει. Σπίτι, λίγο διάβασμα -όσο προλαβαίνω δηλαδή πριν τα προπαρασκευαστικά μαθήματα- μαθήματα, διάβασμα και πάλι, και ξαφνικά πήγε δώδεκα και μισή. Μπαίνω στο μπάνιο κι όσο νιώθω το νερό να τρέχει πάνω μου προσποιούμαι πως ξεπλένω τη ρουτίνα, πως διώχνω τη λάσπη του εκπαιδευτικού συστήματος που κατακάθεται πάνω μου καθημερινά, αποστειρώνομαι από την περίφημη στείρα αποστήθιση κι απομνημόνευση. Παλιότερα πριν με πάρει ο ύπνος σκεφτόμουν καταστάσεις που ήδη έχουν συμβεί ή θα ήθελα να συμβούν. Καταστάσεις ευχάριστες, πολύχρωμες. Δεν είναι ότι τώρα είναι γκρίζες οι καταστάσεις, απλά ανύπαρκες είναι. Δεν προλαβαίνω να σκεφτώ πριν κοιμηθώ. Ονειρεύομαι ότι ψάχνω τεκμήρια στα κείμενα και βρίσκω μόνο εποπτεία των αισθήσεων..νιώθω...ονειρεύομαι ότι νιώθω. Όμως μετά αλλάζει η διδακτική ώρα και ψάχνω παραγώγους και ίσως βρω κάποια λύση στον ύπνο μου, όμως συνήθως έχει φτάσει η ώρα να ξυπνήσω πριν τελειώσει η άσκηση. Κι η ρουτίνα συνεχίζεται, κι είναι ακόμα αρχή.
  Και μέσα σε όλα αυτά γίνομαι πιο συναισθηματική και πιο ευέξαπτη και πιο εγωίστρια. Θέλω να είσαι εδώ για μένα όποτε εγώ έχω χρόνο, αλλά δε μπορώ να σου το πω ευτυχώς. Ευτυχώς κρύβω ότι έχω γίνει πιο εγωίστρια και πιο ευέξαπτη. Κρύβω ότι έχω γίνει λίγο πιο συναισθηματική και μου λείπει να μου λες "Υπομονή, μωρό μου. Είμαι δίπλα σου και θέλω μόνο να χαμογελάς και να είσαι καλά. Θα περάσουν οι μέρες αυτές, όλα θα πάνε καλά και μετά θα υπάρχει χρόνος." Και τις μέρες που ήσουν εδώ με αγκάλιαζες κι ήταν σαν να έλεγες αυτά κι ακόμα περισσότερα. Μα αυτό το τετραήμερο ήταν ένα όνειρο που πέρασε, ξυπνήσαμε. Και ξυπνήσαμε σε διαφορετικές πόλεις. Εσύ δίπλα στο λευκό πύργο και εγώ στον κούλε. 
  Νιώθω τύψεις γιατί σκέφτομαι εσένα αντί για τα στάσιμα κύματα και τις εξαναγκασμένες ταλαντώσεις (πιο εξαναγκασμένες όμως από τη δική μου ταλάντωση 'διάβασμα-ύπνος-διάβασμα'  δεν νομίζω ότι υφίστανται) που γράφω διαγώνισμα αύριο. 

(Σε εδίκασαν να σπαταλάς τα χρόνια σε μια ζωή χωρίς προοπτική. , που λέει και ο Παύλος.)
Καλό σαββατόβραδο σ'εσάς που βγαίνετε και σ'εμάς που διαβάζουμε.
Καλή υπμονή:)
 

Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2013

Day_Delete: Το αίτημά σας βρίσκεται σε εξέλιξη.

  Γιατί σχεδόν πάντα οι άνθρωποι τα παρατούν; Γιατί δεν επειδιώκουν αυτό που θέλουν με οποιοδήποτε κόστος; Επειδή ίσως δεν το θέλουν αρκετά. Ή επειδή δεν έχουν μάθει να το κάνουν. Αντιθέτως, έχουν μάθει να υπακούν, να συμβιβάζονται. Είναι εγωιστές απέναντι σε όλα αυτά που δεν πρέπει να είναι, και υποχωρούν μπροστά σε αυτά που δε θα έπρεπε. (εκτός κι αν δε θέλουν να προσπαθήσουν αρκετά).
  Είχα πει πως θα προσπαθούσα να μην ελπίζω, να μην ξαναπέσω σ'αυτήν την παγίδα που λέγεται "προσδοκίες". Μάταιος κόπος. Είναι στη φύση του ανθρώπου να ελπίζει. Είναι στη φύση τη δική μου να μυρίζω το άρωμά σου στον αέρα και να νομίζω ότι έφτασες ενώ εσύ δεν έχεις ξεκινήσει ακόμη. Και δε σκοπεύεις να ξεκινήσεις και ποτέ. 




*Πού να σε βρω;

Πέμπτη 11 Ιουλίου 2013

Χρυσόψαρα, πάλι.

-Ήξερες πως ήμουν. 
  Λες. Και το επόμενο πράγμα που ακούω είναι το τουτ της γραμμής που κλείνει. Πολύ πιο ενοχλητικός ήχος από την οποιαδήποτε σιωπή. Ήξερα πως ήσουν, ξέρω πως είσαι. 
Με ενοχλεί όμως να περιμένεις να γίνω κάποια που δεν είμαι. Να περιμένεις να σε βλέπω με τους δικούς σου όρους, να κάνω οτιδήποτε με τους δικούς σου όρους, να σε κυνηγάω κι εσύ να φεύγεις όλο και πιο μακριά. 
  Το θέμα είναι ακριβώς το ότι ήξερα πώς είσαι. Ήξερα πόσο νοιαζόσουν για μένα, ήξερα πόσο λάτρευες το χαμόγελό μου-σχεδόν όσο λατρεύω εγώ τα μάτια σου-, και ήξερα όχι επειδή μου τα έλεγες όλα αυτά, αλλά επειδή τα έδειχνες. Επειδή αν περνούσε κάποιο βράδυ χωρίς να μιλήσουμε ένιωθες την απουσία μου, μισούσες την απουσία μου. Επειδή προσπαθούσες να βρεις χρόνο για μένα. Προσπαθούσες να βρεις χρόνο για να ακούσεις ακόμα και τα παράπονά μου, έψαχνες την κατάλληλη βλακεία που θα με έκανε να γελάσω.
  Και δεν ξέρεις πόσο σε λάτρεψα μέσα από όλα αυτά. 
Γιατί κάπου ανάμεσα στις μεταμεσονύκτιες συνομιλίες μας στο σκάιπ και στα βράδια που πέρασα στην αγκαλιά σου σε μια ξαπλώστρα νομίζω ότι σε ερωτεύτηκα. Ξανά. Από την αρχή. Πιο δυνατά και τελείως διαφορετικά.
Και κάθε λεπτό που εγώ σε ερωτευόμουν πιο πολύ εσύ γλιστρούσες όλο και πιο πολύ σε μια άβυσσο που μόνος σου έφτιαξες. Κι εγώ προσπαθούσα να σε τραβήξω και κάποιες φορές τα κατάφερνα, όμως μετά πάλι χανόσουν ακόμα πιο βαθιά. Κι έτσι, προκειμένου κάθε φορά να σε τραβήξω για λίγα λεπτά στο φως χανόμουν μερικές ώρες στην άβυσσό σου. Και δε με πείραζε, ακόμα δε με πειράζει. Είναι φορές που θα ήθελα να σου δώσω τη ζωή μου γιατί ξέρω πως εσύ θα την εκτιμούσες πιο πολύ από μένα όπως θα εκτιμούσα εγώ τη δική σου πιο πολύ από εσένα.
  Κι οι στιγμές που ήξερα περισσότερο από ποτέ πως είσαι είναι αυτές που μου έλεγες πως σου λείπω, γιατί ήταν σπάνιες. Μα όταν το έλεγες ήταν σαν η φωνή σου να ζεσταινόταν ξαφνικά, όπως όταν με είπες "μωρό μου", κι ας ήταν δύο διαφορετικές περιπτώσεις. Κι ας είπες εκείνη τη φράση κάποια στιγμή που δεν έλεγχες τον εαυτό σου, γιατί αν τον έλεγχες δε θα το είχες ξεστομίσει ποτέ.  Όπως και τη φορά που μου είπες ότι με αγαπάς, ήταν η πρώτη φορά που σε είδα χωρίς να έχεις συναίσθηση των πράξεών σου. 
  Ήξερα πως ήσουν, απλά ίσως υπερεκτιμώ τις δυνατότητές μου να εμφανίζω μαγικά μια υπέροχη εικόνα του κάθε ανθρώπου. Ίσως τη δική σου μπορώ να την κάνω ορατή στους άλλους και σε εσένα τον ίδιο πολύ σπάνια. Όμως εγώ την έχω δει τόσες φορές, όσες είναι κι οι φορέ που με έχεις πει χαζή. Ξέρεις όταν σε σκέφτομαι να μου μιλάς πάντα απευθύνεσαι σε μένα ως "χαζή" με εκείνο τον ψιλοειρωνικό σου τόνο, είναι λες και απεχθάνεσαι το όνομά μου ή το κρατάς μόνο για τις περιπτώσεις που είσαι πολύ θυμωμένος μαζί μου.
  Και μπορεί τον θυμό σου να τον αντέχω, αυτή την αδιαφορία σου όμως όχι. Αυτή η ουδέτερη στάση σου με σκοτώνει κάθε φορά. Κι είναι φορές που πιάνω τον εαυτό μου να βλέπει λίγο τις καταστάσεις ως τρίτος, δηλαδή πραγματικά γιατί συνεχίζω να προσπαθώ, γιατί απλά δε σηκώνομαι να φύγω; Επειδή έχω μάθει να νιώθω έντονα, και κάποιες φορές να δίνομαι υπερβολικά. Το κακό στην ιστορία είναι ότι περιμένω να δοθείς λίγο περισσότερο κι εσύ.Επειδή πρέπει να προσπαθήσω υπερβολικά πολύ για να βρω εκείνες τις στιγμές που ξέρω πως είσαι δικός μου, που ξέρω πως είσαι σίγουρος, πως είσαι εσύ.
  Κι ακόμα κι αυτή η κατάσταση θα ήταν πιο υποφερτή αν δεν υπήρχαν οι δικές μου ανασφάλειες. Τις οποίες ξέρεις ότι μπορείς να διαλύσεις με δύο λέξεις σου, αλλά επιλέγεις να μην το κάνεις. Επειδή πιστεύεις πως όταν μου μιλάς για το πως νιώθεις μαζί μου, για το πως με βλέπεις γίνεσαι πιο ευάλωτος, και δε θέλεις κι ο ίδιος να δεχτείς ότι σε επηρεάζω.

  Τουτ...τουτ...τουτ...
  Ή έτσι ήταν τα πράγματα μέχρι πριν λίγες μέρες.
Τώρα είναι λες και φωνάζω σ'ένα έρημο φωταγωγό κι ακούω μόνο την ηχό μου, ακουμπάω μόνο τοίχους με ρωγμές, βλέπω μόνο πυκνό σκοτάδι και η μόνη οσμή εδώ είναι καμμένα συναισθήματα.

  Γράφω ελπίζοντας να διαβάσεις, ελπίζοντας να με νιώσεις, ελπίζοντας να μην βιώσεις ακόμα κι αυτές τις λέξεις μου επιδερμικά.

  Κι αυτά τα τραγούδια των πυξ λαξ...Κάθε στίχος είναι εμποτισμένος με αμέτρητα νοήματα και συναισθήματα ή δάκρυα...

Κυριακή 31 Μαρτίου 2013

Χρονο-φοβία λοιπόν.

Λέξεις, παντού. Τις διαβάζεις, τις ακούς, τις προφέρεις, τις σκέφτεσαι. Μετατρέπεις τα πάντα σε σκέψεις. Τις εικόνες τις περιγράφεις με λέξεις. Τα συναισθήματα τα εκφράζεις με λέξεις. Τους ήχους τους αναλύεις σε λέξεις και οι φόβοι σου δεν είναι ιδέες, είναι λέξεις. Φοβάσαι τον εαυτό σου, το σκοτάδι, τη μοναξιά, τον κόσμο, τους ανθρώπους. Μα όχι τις έννοιες, αλλά τις λέξεις. Δεν πιστεύεις στον εαυτό σου γιατί δεν τον ξέρεις αρκετά καλά κι έτσι τον φοβάσαι. Φοβάσαι το σκοτάδι επειδή φοβάσαι να κινηθείς με το ένστικτό σου, δεν έχεις μάθει να πιστεύεις σ'όσα νιώθεις αλλά μόνο σ'όσα βλέπεις. Φοβάσαι τη μοναξιά και τους ανθρώπους κι όταν έχεις το ένα θέλεις το άλλο, κι όμως τίποτα από τα δύο δε φοβάσαι πραγματικά, χρειάζεσαι μόνο ένα λόγο να παραπονιέσαι. Φοβάσαι τη σκιά σου μα δεν την παρατήρησες ποτέ. Φοβάσαι το χρόνο. Κυρίως αυτό. Γιατί ο χρόνος είναι η μοναδική λέξη με τόση δύναμη. Επειδή δε μπορίσεις να τον ορίσεις. Επειδή περικλύει, εξαφανίζει, καταστρέφει και ξαναδημιουργεί όλες τις άλλες ένοιες. Εσένα τον ίδιο, το σκοτάδι, τη μοναξιά, τους ανθρώπους, τα συναισθήματα. Φοβάσαι το χρόνο γιατί είναι η λέξη που έχει την εξουσία, που ελέγχει όλες τις υπόλοιπες. Άργησες να καταλάβεις πως άξιζες να προσπαθήσεις, καθυστέρησα να αντιληφθώ τη σοβαρότητα μιας κατάστασης, δεν πρόλαβε να της πει πως την αγαπάει,δεν πρόλαβε να επιστρέψει...Εξάλλου, το πλήθος ή το είδος των λέξεων που θα χρησιμοποιήσουμε εξαρτάται από το χρόνο. Τα πάντα εξαρτώνται από αυτών. Το ξέρουμε, το βιώνουμε αλλά δεν το συνειδητοποιούμε. Ίσως είναι καλύτερα έτσι. Αλλιώς αγχωνόμαστε, στεναχωριόμαστε, αλλά και πάλι δεν καταλήγουμε παρά στο σημείο από το οποίο ξεκινήσαμε.

Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2013

Drink, honey, drink.

Ξέρεις τι γίνεται; Οι σχέσεις μας δεν είναι ποτέ ικανοποιητικές απλά γιατί ποτέ δεν αποδεχόμαστε ο ένας τον άλλο όπως είναι και προσπαθούμε να αλλάξουμε τους άλλους για να ταιριάξουν στα πρότυπά μας. Έτσι αλλοιώνονται οι σχέσεις. Και μετά καταλήγουμε να αναρωτιόμαστε τι πήγε στραβά χωρίς να σκεφτόμαστε ποτέ ότι όλα ξεκινούν από τις υποσυνείδητες ανάγκες μας. Κι έτσι αρχικά πιστεύουμε ότι εμείς δεν είμαστε αρκετά καλοί, μετά ίσως μας πείσουν ότι οι άλλοι μας έπεφταν λίγοι ή δεν ήταν για μας κι έτσι καταλήγουμε να προσπαθούμε να βρούμε αυτούς που είναι για μας, περιμένοντας κάποιον που θα ταιριάξει επακριβώς στις ιδανικές μας αναλογίες και αλλοτριώνοντας όλους τους υπόλοιπους υποσυνείδητα προκειμένου να τους φέρουμε στις αναλογίες αυτές. Κι όταν απογοητευτούμε από την προσπάθεια κι αναρωτιόμαστε τι κάνουμε λάθος ή γιατί πάντα οι καταστάσεις είναι εναντίον μας, το μυαλό μας δεν πάει ποτέ εκεί.



=)

Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2013

Εξομολόγηση1

Φοβάμαι τον εαυτό μου γιατί είναι υπερβολικά αυθόρμητος και πραγματικός για τα δεδομένα μου. Φοβάμαι τη ζωή μου γιατί είναι υπερβολικά συνηθισμένη για τον εαυτό μου.Κι όμως, ...

Τετάρτη 2 Ιανουαρίου 2013

Χρόνος

"Η ακαθόριστη κίνηση της ύπαρξης και των γεγονότων στο παρελθόν, το παρόν, και το μέλλον, θεωρούμενη ως σύνολο", σύμφωνα με το λεξικό. Εμείς όμως το αντιλαμβανόμαστε αλλιώς. Το αντιλαμβανόμαστε σύμφωνα με το πώς περνάμε. Όταν όλα πάνε καλά ο χρόνος κυλάει γρήγορα, κι όταν βαριόμαστε ή είμαστε δυσαρεστημένοι ο χρόνος δε λέει να περάσει. Καταστάσεις γνωστές σε όλους μας. Αυτό που ξέρω εγώ είναι ότι κατηγορούμε το χρόνο για λάθη δικά μας, παραλείψεις κι επιλογές μας...Τα αποδίδουμε όλα στο χρόνο κι έτσι δεν έχουμε τύψεις. "Δεν έχω χρόνο" μου λες. "Σε λίγο θα φύγω" κι αυτό το λίγο θα ήταν διαφορετικό με διαφορετική διαχείρηση. Αλλά ο καθένας κάνει τις επιλογές του, ο καθένας διαχειρίζεται όπως θέλει τη ζωή του. "Αν είχαμε χρόνο όλα θα ήταν αλλιώς" , "Συγγνώμη που καθυστέρησα, δεν είχα αρκετό χρόνο" , "Δεν βρήκα χρόνο, το ξέχασα, είχα πολλά στο μυαλό μου". Έτσι είναι οι ζωές μας, επισκιασμένες. Κι οι σκιές δεν είναι άλλες από τις ίδιες τις επιλογές μας, για τις οποίες δεν είμαστε σίγουροι, και τις οποίες φοβόμαστε και δε θέλουμε να αποδεχτούμε. Γι αυτό και τα φορτώνουμε όλα στα χρόνο. 
Κι έτσι άλλος ένας χρόνος πέρασε, και στο κλείσιμό του νιώθω πιο ανασφαλής από ποτέ. Ένας χρόνος που έμαθε σε όλους μας πολλά, μας έδωσε όσα ακριβώς μας πήρε. Ήταν στυγνός κι υπολογιστικός τύπος, όχι αχάριστος, απλά απόλυτα κι αυστηρά δίκαιος. Έτσι είναι ο χρόνος, δεν κάνει χάρες και δε χαρίζεται σε κανένα, είναι ντόμπρος και ξεκάθαρος. 
Όταν κοιτάζω το παρελθόν,λοιπόν, από την περσινή τέτοια μέρα έως και χτες το βράδυ βλέπω μια κορδέλα με ρίγες που αναλάσσονται. Μαύρο, μετά όλα τα χρώματα μαζί, μαύρο, κι άλλη χρωματική πανδαισία. Κι έτσι θυμάμαι ανάκατες σκηνές, με πρωταγωνιστές εκείνες του καλοκαιριού. Ένα συγκεκριμένο ρεμπετάδικο και μία συγκεκριμένη καφετέρια, αυτά τα μέρη μου θυμίζουν μια παρέα με την οποία δέθηκα τόσο άρτια, ίσως επειδή ήμουν δεμένη με καθένα από τους συμμετέχοντες από πιο πριν. Μια κοπέλα που εμφανίστηκε ξαφνικά, κι ένιωσα πως της παρέδωσα ένα άτομο-κομμάτι μου. Εκείνο που με εξέπληξε ήταν η αντίδρασή μου. Στεναχωρήθηκα μεν, προχώρησα δε, και στην πορεία κατάφερα να αγαπάω και την κοπέλα και το άτομο-κομμάτι το ίδιο πολύ. Όμως οι αντιδράσεις μου με εξέπληξαν αρκετά. Έτσι από αυτή τη χρονιά κέρδισα κάποια πράγματα. Την ικανότητα να διατηρώ την ψυχραιμία μου και να σκέφτομαι πριν μιλήσω έτσι ώστε να μη δημιουργώ παιδιάστικες σκηνές ζηλοτυπίας και θυμού (καλά όχι και στο μέγιστο) αλλά σίγουρα αντέδρασα πολύ ώριμα σε θέματα σημαντικά για μένα (όπως το παγκάκι, ή κάποια οικογενειακά προβλήματα, κάποια θέματα υγείας αγαπημένων προσώπων...).Το δεύτερο σημαντικότερο που διδάχτηκα από την περασμένη χρονιά είναι να μην έχω προσδοκίες, επειδή αυτές πάντα καταρρίπτονται. Όταν πηγαίνεις στη μάχη και περιμένεις ένα συγκεκριμένο εχθρό θα ηττηθείς από οποιονδήποτε εχθρό εμφανίζει διαφορές από αυτόν τον οποίο ανέμενες. Έτσι έμαθα κοιτάζω διορατικά τις καταστάσεις και να μην περιμένω τίποτα από αυτές. Έτσι, ούτε απογοητεύομαι, ούτε στεναχωριέμαι...Ίσα ίσα που κάποιες σπάνιες φορές μπορεί να χαρώ και λίγο μωρέ.Διδάχτηκα κι άλλα πολλά όμως το κυριότερο που έμαθα είναι αυτό που λέει κι η υπέροχη Στέλλα εδώ.
Έμαθα πως είναι να αγαπάς περισσότερο. Ή μάλλον περισσότερο και διαφορετικά μαζί. Να αγαπάς χωρίς όρια να δίνεσαι, να εμπιστεύεσαι εκείνο το ένστικτο που σου λέει πότε αξίζει να δώσεις την αγάπη σου σε κάποιον. Και το θέμα είναι ότι το ένστικτο αυτό είναι αλάνθαστο, αλήθεια. Μα όταν αγαπάς περισσότερο είσαι και πιο ανασφαλής, πιστεύεις ότι δεν είσαι αρκετός, κι έτσι δίνεσαι ακόμα περισσότερο προσπαθώντας να γίνεις σημαντικός στον άλλο και να καλύψεις και τη δική σου την ανασφάλεια. Ίσως να μην υπάρχει πολύ ή λίγο στην αγάπη, να μην υπάρχει περισσότερο και λιγότερο, μα να υπάρχει μόνο διαφορετικό. Ο καθένας μας αγαπάει με τον τρόπο του, κι ο τρόπος αυτός μεταβάλεται ανάλογα με το αντικείμενο που δέχεται την ενέργεια αυτή, την αγάπη. Κάποιοι όταν αγαπούν το φωνάζουν, κάποιοι δεν το λένε ποτέ μα το δείχνουν καθημερινά, και κάποιοι θα το πουν όταν θα χρειάζεται και τότε θα το εννοούν. Κι όλοι οι υπόλοιποι καίγονται μέσα στην ανασφάλειά τους και δίνουν διαδοχικές μάχες, κουράζονται και τα παρατούν. Γιατί κάποιες φορές η αγάπη μπορεί να είναι τόσο διαφορετική που να μοιάζει λιγότερη..
Και τώρα που άλλαξε ο χρόνος; Τα κεφάλαια που έμειναν μισάνοιχτα τι θα γίνουν; Δεν ξέρω. Κι η ανασφάλεια τι θα γίνει, κοριτσάκι; Θα με καταπιεί. Αυτό θα γίνει. Επειδή απλά δεν πρόκειται να καλυφτεί. Επειδή απλά όλα είναι ακριβώς όπως δεν έπρεπε να είναι. Γι αυτό έμαθα να μισώ τις προδοκίες. Δεν πρέπει να έχω προσδοκίες για μεθαύριο, του στυλ ότι όλα θα είναι όμορφα. Ούτε για τις υπόλοιπες διακοπές. Ούτε για την υπόλοιπη χρονιά. Απλά να περιμένω τις καταστάσεις και να αντιδρώ μετά. 



Υ.Γ.Μου άρεσε η αρχή της χρονιάς πάντως, χτες. Αν και υπήρξαν κάποια απρόοπτα, βέβαια. Γύρισα σπίτι και μύριζα ολόκληρη καπνό, αλκοόλ και Β*.



Πούλα με ακόμα μια φορά, δε με πειράζει.
Δε με πειράζει που θα μείνω μοναχός.
Δε με πειράζει που τα μάτια σου σ’ αυτόν τα θυσιάζεις.
Γιατί απόψε το κορμί σου θα `ναι αλλού.

Θα `ναι σε κάτι ξεχασμένα καλοκαίρια.
Θα `ναι στις νύχτες της ατέλειωτης σιωπής.
Θα `ναι στα φιλμ της χαράς και της μιζέριας.
Θα `ναι σε όλα που περάσαμε μαζί.

Πούλα με λοιπόν στο ξαναλέω.
Πούλα με για λίγη σιγουριά.
Πούλα με πολύ φτηνά δεν ξέρω, ίσως αύριο να `ναι αργά.

Κι αν σε βλέπω αδιάφορα ξερά, δε με πειράζει.
Δε με πειράζει κι αν τα χείλη σου γελούν.
Μια καληνύχτα κι αν μου πεις δε με πειράζει.
Γιατί απόψε το κορμί σου θα `ναι αλλού.


Καλή χρονιά :)

Τετάρτη 26 Δεκεμβρίου 2012

Απλά,

Κι αν μπορούσαμε να σκεφτούμε πέρα από τη λογική, τους κανόνες και τα άγχη μας; Αν προσπαθούσαμε να ξεφύγουμε από την καθημερινότητα που μας στοιχειώνει; Τότε απλά θ' απελπιζόμασταν με την ομορφιά που κρύβει ο κόσμος, θα προσπαθούσαμε να τη ζήσουμε μα δε θα τα καταφέρναμε, πολύ απλά επειδή θα μας ήταν αδύνατο να συνειδητοποιήσουμε ότι πράγματι μπορούμε να τα καταφέρουμε και χωρίς όρια. Έτσι θα βάζαμε εμείς όρια στους εαυτούς μας, θα επιστρέφαμε στις ζωούλες μας και στις υπεκφυγές μας. Θα ζούσαμε με δικαιολογίες του τύπου "η ευτυχία βρίσκεται σε μικρά καθημερινά πράγματα" και απλά θα συμβιβαζόμαστε. Ίσως όμως να μη μπορούμε να τα καταφέρουμε μόνοι μας, ίσως πράγματι να χρειαζόμαστε κάποιον να βάζει όρια σε εμάς, είτε άλλους είτε τον ίδιο μας τον εαυτό ... Οι κανόνες από τους άλλους -οι υποσχέσεις κι οι απαιτήσεις- τόσο εύκολα σπάνε όμως..Ενώ εκείνοι που βάζουμε εμείς στους εαυτούς μας -οι ελπίδες, τα πρέπει και τα δεν πρέπει- μπορούν να είναι ακατανίκητα, μιας και τότε δυσκολευόμαστε να αφήσουμε τον εγωισμό μας να πληγωθεί. Και τελικά, είμαστε όλοι εγωιστές είτε φανεροί, είτε κρυφοί...Ίσως και κρυφοί και από εμάς τους ίδιους μέχρι να έρθει η μέρα να το ανακαλύψουμε.



Θ'ακολουθήσει κάποια στιγμή κείμενο-απολογισμός μιας χρονιάς, σαν όλες τις άλλες και τόσο διαφορετικής από αυτές συνάμα.

Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2012

Μιλούσες για το χρώμα της μοναξιάς..

Τα σύννεφα έξω από το παράθυρο μοιάζουν σαν χιονισμένη πλαγιά ή σαν αφρισμένη θάλασσα. Με συμφέρει να σκέφτομαι το δεύτερο, μιας κι η θάλασσα είναι σε κάθε περίπτωση φιλικότερη από το κρύο. Ακόμα κι όταν είναι μανιασμένη, κι όταν σε απειλεί, ή όταν σε καταπίνει -για λίγο ή για πάντα-. Η θάλασσα είναι σαν όλους μας μα και σαν κανένα από μας, είναι σαν άλλο ένα άτομο ανάμεσά μας, μα κατέχει έναν πιο ιδιαίτερο ρόλο. Μπορεί να τη μισείς, μπορεί να τη λατρεύεις, μπορεί να τη σκέφτεσαι και να χαμογελάς, μπορεί να σου φέρνει αναμνήσεις, όμως σε καμία περίπτωση δε θα σου είναι αδιάφορη. Με τους υπόλοιπους ανθρώπους δε συμβαίνει το ίδιο. Οι άνθρωποι φεύγουν κι έρχονται, κι ακόμα κι όταν πιστεύουμε ότι τους έχουμε διώξει μια για πάντα από τη ζωή μας, εκείνοι επιστρέφουν. Και κάποιες φορές μπορούν να κάμψουν τις αντιστάσεις μας πιο εύκολα από όσο θα θέλαμε. Κάποιοι άνθρωποι όμως -είτε τους καταπιεί ή θάλασσα, είτε η χιονισμένη πλαγιά, είτε η άσφαλτος, είτε ο εαυτός τους και οι συνθήκες- δεν ξεχνιούνται, γιατί αγαπήθηκαν. Κι όταν αγαπάς δεν ξεχνάς, γι αυτό και δέχεσαι πίσω όσους νόμιζες πως είχες διαγράψει, γι αυτό οι άνθρωποι ξέρουν τις δυνατότητές τους μαζί σου και αντιλαμβάνονται πως νιώθεις γι αυτούς, ακόμα κι όταν προσπαθείς να το κρύψεις. Ξέρουν αν τους είσαι απαραίτητος, ξέρουν αν τους συμπαθείς ή όχι, και πράττουν ανάλογα. Σήμερα ένας καθηγητής μας είπε ότι ο άνθρωπος είναι σχέσεις. Κι εγώ θα συμφωνήσω. Όλη η αξία μας μπορεί να φανεί σε πολλούς, όμως μόνο όσοι είναι πιο κοντά μας θα την εκτιμήσουν, θα την καταλάβουν. Μόνο οι πιο κοντινοί θα μας επικροτήσουν πραγματικά, θα χαρούν με τη χαρά μας, και θα μας αγκαλιάσουν όταν θα το χρειαζόμαστε. *Η αγάπη, σε κάνει ευάλωτο, ανασφαλή...*. Είναι μνήμες ο άνθρωπος, συμπλήρωσε...Κι όνειρα, συμπληρώνω εγώ. Και γιατί συμβαίνει αυτό; Επειδή αυτό μένει από εμάς, οι σχέσεις -τα όσα νιώσαμε, τα όσα ένιωσαν οι άλλοι για μας, όσοι μας βοήθησαν κι όσοι βοηθήθηκαν κι έμαθαν από εμάς- οι μνήμες -όσα ζήσαμε, όσα καταφέραμε, και το χαμόγελό μας ή τα χαμόγελα που εμείς προκαλέσαμε- και τα όνειρα - όσα καταφέραμε, όσο θελήσαμε, όσα υλοποιήσαμε κι όσα δεν προλάβαμε-.

Όσο κι αν απ'το ένα παράθυρο βλέπω τη λευκή καταχνιά, τα σύννεφα.., από το άλλο βλέπω ένα μέρος της πόλης που ποτέ δεν παύει να ζει, ποτέ δεν κοιμάται, ποτέ δε σβήνει. Σαν τη ζωή. Μπορεί να σβήσει, να χαθεί στην καταχνιά, όμως αυτό δε σημαίνει ότι θα σταματήσει να υπάρχει ο κόσμος. Δυστυχώς ή ευτυχώς;


Νομίζω ότι πρέπει να σταματήσω τις παρομοιώσεις. Και πρέπει να σταματήσω να αναμασάω τα ίδια. Όμως τι να κάνουμε, όλα μέσα στη ζωή είναι, ειρωνία...

Καλό μεσημέρι:)

Υ.Γ. Να μη μιλάς γι αυτά που ούτε στο τόσο δεν αγγίζεις,διάβασα κάπου.

Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2012

Φοβίες

"Όταν πιέζεις τον εαυτό σου τα καταφέρνεις. Τότε  είναι που τα καταφέρνεις καλύτερα από κάθε φορά". Η φωνή του ηχούσε ακόμα στ'αυτιά της όσο εκείνη περίμενε το ασανσέρ. Δεν ήξερε αν ήθελε να πάει. Η χάλκινη πλάκα στην είσοδο της πολυόροφης πολυκατοικίας, που η ίδια είχε σχεδιάσει, είχε πάνω χαραγμένο το όνομά του. Το ασανσέρ ήταν στο δεύτερ, όμως φαίνεται πως το ξανακάλεσαν γιατί άρχισε να ανεβαίνει και πάλι. Η υπομονή της κόντευε να εξαντληθεί. Η ανασφάλειά της και η αβεβαιότητά της για το αν ήθελε να επισκεφτεί εκείνο το οίκημα, στο οποίο είχε ξαναμπεί πριν λίγα χρόνια -όσο αυτό ακόμα χτιζόταν- της προκαλούσαν νεύρα. Ωστόσο ήξερε ότι δεν ήταν αυτή η πραγματική αιτία που την ωθούσε να κουμπώνει και να ξεκουμπώνει βιαστικά τα κουμπιά του μοντγκόμερύ της. Το συγκεκριμένο γραφείο ήταν. Που απ'έξω θα είχε μια χάλκινη πλάκα πανομοιότυπη μ'εκείνη της εισόδου. "Μηχανολόγος Μηχανικός" , έτσι έγραφε κάτω από το όνομά του. Αλλά δε θα μπορούσε να ξέρει. Μέχρι πριν φτάσει στην είσοδο δεν ήξερε ποιος ήταν ο μηχανολόγος στον οποίο την έστειλαν από την κατασκευαστική εταιρία που δούλευε.
Η ψηλή ξανθιά γραμματέας της είπε να περιμένει. Αρχικά δεν αναγνώρισαν η μια την άλλη. Έπειτα η κοπέλα πρόσεξε το όνομα της υπαλλήλου  μπροστά στο γραφείο της. "Ζένια;" τη φώναξε ξαφνιασμένη. "Βιολέττα;" της απάντησε το ίδιο ξαφνιασμένη και η γραμματέας. Μια κοφτή και βαθιά φωνή διέκοψε την ανάλαφρη συζήτησή τους. "Ζένια πες στον αντιπρόσωπο της κατασκευαστικής να περάσει". Η Βιολέττα κοκάλωσε. Μόνο τα πόδια της κινούνταν, μα προς τη λάθος κατεύθυνση. Έπρεπε να φύγει, να τρέξει προς τις σκάλες, να αναπνεύσει. Άκουσε τη Ζένια να τη ρωτάει αν είναι καλά και κατάλαβε ότι είχε αφαιρεθεί. Μπήκε βιαστικά στο γραφείο του και έκλεισε την πόρτα. Εκείνος ήταν σκυμένος πάνω από μία τεράστια στοίβα χαρτιών. "Κάθισε. Σε λίγα λεπτά τα χαρτιά θα έχουν τυπωθεί και θα τα υπογράψω" είπε, χωρίς να την κοιτάξει καν. Εκείνη δεν απάντησε, το βλέμμα της είχε καρφωθεί στις φωτογραφίες πάνω στο γραφείο του. Ο ίδιος, και δύο άντρες που γνώριζε πολύ καλά, ο γιατρός και ο δικηγόρος της συγκεκριμένα. Και οι τρεις πολύ κομψά ντυμένοι και χαμογελαστοί. Δεύτερη φωτογραφία. Οι ίδιοι τρεις άντρες ανάμεσα σ'άλλους πολλούς, μα αυτοί ξεχώριζαν, στέκονταν δίπλα δίπλα και χαμογελούσαν σε μια φωτογραφία γεμάτη σοβαρούς, μουντούς, κουστουμαρισμένους τύπους. Εκείνος ήταν άκομα πάνω από τα χαρτιά του. Κάθε λίγο γύριζε να κοιτάξει την οθόνη του υπολογιστή. Γύρισε ξαφνικά να πιάσει τα ζεστά αντίτυπα που έβγαιναν από τον εκτυπωτή. "Δεν έχεις καμιά φωτογραφία μαζί της;" τον ρώτησε εκείνη. Τα αντίτυπα σκόρπισαν στο πάτωμα ενώ εκείνος γύρισε να την κοιτάξει. Είχε ξεχάσει τις λεπτομέρειες του προσώπου της, είχε ξεχάσει το βλέμμα της, σχεδόν τελείως. "Με τη Ζένια εννοώ, που είναι έξω ως γραμματέας σου" συμπλήρωσε εκείνη. "Είναι παντρεμένη κι έχει παιδιά. Όχι μαζί μου. Είδες όμως, τα κατάφερα τελικά. Την αγόρασα. Τώρα εξαρτάται σε τεράστιο βαθμό από μένα" της απάντησε. "Ναι το βλέπω. Όλα τα αγόρασες, και το γραφείο, και τη γυναίκα,και το σπίτι και το αυτοκίνητο. Όσο για τις κοιωνικές επαφές ας μη θίξουμε το θέμα καλύτερα. Αποτελείς πια ένα από τα πιο δημοφιλή κοσμικά πρόσωπα της πόλης. Οπότε τα κατάφερες" και με μια μικρή παύση, χωρίς να χάσει την ψυχραιμία της συμπλήρωσε "κατάφερες να αγοράσεις την ευτυχία. Πώς σου φαίνεται λοιπόν;". Εκείνος την κοίταξε απευθείας στα μάτια "Ξέρεις πολύ καλά πως είναι η κατάσταση που αγόρασα. Κι εγώ ήξερα απ'την αρχή ότι έτσι θα είναι η ευτυχία".
"Κι εξακολουθείς,λοιπόν, να πιστεύεις ότι αυτή είναι η πραγματική ευτυχία; Αυτή είναι η ευτυχία που αξίζεις; Ή έχεις βολευτεί απλά σε αυτή; Δε θέλω να πιστέψω ότι είσαι τόσο αφελής για να πιστέψεις ότι αυτό είναι το καλύτερο που μπορείς να έχεις, τα χρήματα. Δε θέλω να πιστέψω ότι είσαι επιφανειακός, ότι νοιάζεσαι μόνο για την εικόνα σου." δήλωσε εκείνη πεισματικά, ενώ σημάδια έξαψης εμφανίστηκαν στο πρόσωπό της.

"Με ήξερες καλύτερα από τον καθένα, και ξέρεις ότι έτσι είμαι."
"Το θέμα δεν είναι αυτό. Είναι το αν είσαι ικανοποιημένος από τη ζωή σου ή αν προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου ότι είσαι ικανοποιημένος." απάντησε εκείνη. "Οπότε απάντησέ μου σε παρακαλώ. Ελικρινά. Αν είσαι χαρούμενος με την πορεία σου, με τη ζωή σου, με όλα,...κι ύστερα μπορείς να μου δώσεις τα χαρτιά και να κάνουμε σαν αυτή η συζήτηση να μη συνέβη ποτέ."
"Αλλιώς;" ρώτησε εκείνος, ψάχνοντας κάτι στα συρτάρια του μεγάλου ξύλινου γραφείου του.
"Αλλιώς...αλλιώς ότι θέλεις. Τι θέλεις;"
Εκείνος επιτέλους βρήκε ό,τι έψαχνε στο συρτάρι. Άνοιξε ένα λευκό φάκελο κι έβγαλε από μέσα τέσσερις εικόνες. Η Βιολέττα γνώριζε τόσο καλά εκείνες τις εικόνες. Σε όσες δεν ήταν μέσα κατείχε το ρόλο του φωτογράφου.Αναγνώρισε και το γραφικό της χαρακτήρα στο εξώφυλλο του φακέλου, ακόμα. "Αυτό θέλω. Μπορείς να μου το δώσεις;" 
Εκείνη δίστασε. "Στέφανε, αυτό...αυτό...ήταν δεκαπέντε χρόνια πριν. Όλοι έχουμε αλλάξει από τότε. Όσοι ήταν να κρατήσουμε επαφή κρατήσαμε και αυτό το ξέρεις πολύ καλά."
"Όπως ξέρω πολύ καλά κι ότι οι μόνοι που δεν κράτησαν επαφή από εκείνη την παρέα ήμασταν εμείς...Γιατί Βιολέττα;"
"Επειδή πονάει. Πονάει να ξέρω ότι αποδέχεσαι μια ευτυχία που είναι κατώτερή σου. Πονάει να ψάχνεις στα λάθος μέρη και πονάει να βλέπω τις ανασφάλειές σου να πολλαπλασιάζονται. Για μένα πονούσε δυο φορές πιο πολύ. Μια επειδή πονούσες εσύ...ΕΣΥ. Και μια γιατί είχα αποτύχει, είχαμε αποτύχει, το ανθρώπινο είδος είχε αποτύχει. Και γιατί δεν ξέραμε τι θέλαμε.Θα σε ξαναρωτήσω μια και τελευταία φορά. Και μετά θα κάνω ότι μου πεις. Είτε θα φύγω, είτε θα μείνω-
"Για πόσο θα μείνεις;" την έκοψε εκείνος.
"Για όσο χρειαστεί. Η ερώτησή μου είναι η προηγούμενη. Δε θέλω να ξέρω αν είσαι ικανοποιημένος. Θέλω να ξέρω αν είσαι ευτυχισμένος", είπε εκείνη. Προχώρησε προς το μεγάλο παράθυρο του τέταρτου΄. Κοίταζε κάτω. Ήξερε ότι κι εκείνος κάθε μέρα κοίταζε κάτω. Το ένιωθε. Ένιωθε ότι κάθε μέρα που εκείνος κοιτούσε το γκρίζο -γκρίζος ο δρόμος κάτω,γκρίζα και τα κτίρια γύρω γύρω,γκρίζος κι ο ουρανός πάνω..- σκεφτόταν το τέλος. Το τέλος της ζωής του. Σκεφτόταν ότι δεν ήθελε να είναι γκρίζο, ότι δεν ήθελε να είναι όπως τώρα. Δεν είχε όμως τη δύναμη να προσπαθήσει, δεν ήταν σίγουρος. Ποτέ δεν ήταν σίγουρος για τίποτα. Αυτή η ανασφάλεια κατέκλυζε κάθε μόριο του χαρακτήρα του και τον εμπόδιζε να ανακαλύψει πόσο όμορφο άτομο ήταν. Έψαχνε στην τσάντα τα τσιγάρα της, ήθελε να τα πετάξει μέσα στο γκρίζο. Ήθελε να εξαλείψει κάθε ίχνος γκρίζου από τη ζωή της, από τη ζωή του, από τις ζωές τους, από τη ζωή τους.
"Να μείνεις θέλω. Για όσο χρειαστεί", είπε εκείνος και στα μάτια του φαινόταν ότι το εννοούσε.

 

Καληνύχτα:)

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012

Venceremos

-Πες μου, τι βλέπεις όταν κλείνεις τα μάτια σου;
-Το απόλυτο σκοτάδι, ένα μαύρο κενό.
-Δεν εννοώ κυριολεκτικά, εννοώ τι σκέφτεσαι, τι είναι αυτό που θυμάσαι ή επιθυμείς, ποια εικόνα έχεις στο μυαλό σου;
-Καμία, όταν κλείνω τα μάτια μου βλέπω μια μαύρη μάζα, το σκοτάδι. Αφού είναι κλειστά, τι θες να δω;
-Δε θέλω να δεις, θέλω να φανταστείς....Λοιπόν;
-Λοιπόν, δεν έχω φαντασία. Καθόλου..
-Μα αυτό δε γίνεται. Όλοι έχουν φαντασία, ίσως να μην την εξασκούν ή να μην τη χρησιμοποιούν, αλλά διαθέτουν, γεννιούνται με αυτήν. 
-Ε, εγώ έτυχε να διαφέρω.
-Κι όταν είσαι μόνος σου, όταν δεν έχεις κάτι να κάνεις κάτι που να πρέπει να σκεφτείς, όταν είσαι ελεύθερος... τι κάνεις;
-Γιατί εσύ τι κάνεις τότε; 
-Εγώ σκέφτομαι καταστάσεις, σενάρια, πραγματικά και φανταστικά μαζί. Δεν το κάνω εσκεμμένα, απλά κατακλύζουν το μυαλό μου. Ξέρω όμως ότι όταν θέλω μπορώ να το ελέγξω, να κλειδώσω εκείνη την πόρτα και να πατήσω στην πραγματικότητα και μόνο. 
-Μήπως λειτουργεί εις βάρος σου αυτό;
-Όχι γιατί έχω μάθει να το ελέγχω. Στην αρχή είναι επικίνδυνο...πάντα είναι επικίνδυνος ο ανθρώπινος νους...Παίζει μαζί σου, μέσα απ'τα όνειρα που κατασκευάζει είτε όταν κοιμάσαι είτε όταν είσαι ξύπνιος, μπορεί να σου στείλει εικόνες που αδυνατείς να ερμηνεύσεις, σκέψεις που δεν ξέρεις πραγματικά από που πηγάζουν...Μέχρι κάποια στιγμή να τρελαθείς. Αυτά είναι τα αποτελέσματα της φαντασίας χωρίς μέτρο, είναι σαν ναρκωτικό, από τα πολύ ισχυρά. Φτιάχνεις μια πραγματικότητα δική σου, ζεις εκεί, κι ακόμα κι αν όλοι προσπαθούν να σε βγάλουν απ'αυτή εσύ αδυνατείς να ξυπνήσεις. 

Ανασήκωσε το κεφάλι του από το βιβλίο ξεφυσώντας. Όχι δε γινόταν να συγκεντρωθεί και να διαβάσει σήμερα. Ήταν λες κι άκουγε τη φωνή της συνέχεια, όχι μόνο στο κεφάλι του, μα και στο δρόμο, ακόμαι και μέσα στα ακουστικά του κάποιες φορές. Κι όμως προσπαθούσε να τον προειδοποιήσει, προσπαθούσε να του δείξει ότι δεν έπρεπε να προσκολληθεί σε εκείνη, δεν έπρεπε να χαθεί στις σκέψεις του, χρειαζόταν κάποιον να τον τραβήξει και γρήγορα μάλιστα, πριν η μαύρη εκείνη άβυσσος της φαντασίας του απέβαινε εις βάρος του κι από χάρισμα μετατρεπόταν σε κατάρα... Μα δεν ήταν ήδη κατάρα;

Ξύπνησε απ'τον ήχο του τηλεφώνου...
- Καλημέρα, από το φαρμακείο τηλεφωνώ... Τα φάρμακά σας έχουν φτάσει, όταν μπορέσετε ελάτε να τα παραλάβετε παρακαλώ..Πρέπει να συνεννοηθείτε και με τη γιατρό σας για τη δοσολογία...Χρειάζεται προσοχή με τα αντικαταθλιπτικά γενικά. 
-Ευχαριστώ. Καλημέρα σας...Απάντησε ψυχρά εκείνος καθώς έκλεινε το τηλέφωνο και άλλαζε πλευρό.

Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2012

Days are forgotten.

Έβαλε τα λευκά ακουστικά στα αυτιά του καθώς το αεροπλάνο απογειωνόταν.
Άκουγε το γνώριμο βόμβο και λίγο αργότερα βρισκόταν ανάμεσα στα σύννεφα.
Άφηνε την αγαπημένη του πόλη για μια άλλη, εξίσου όμορφη, που δεν έπαυε να είναι άλλη όμως.
Η ζωή είναι ταξίδι με πολλούς σταθμούς. Το αεροπλάνο κάνει αμέτρητες στάσεις, τα καύσιμά του είναι ανεξάνλτητα. Εμείς πρέπει να κατέβουμε υποχρεωτικά στο αεροδρόμιο, να ζήσουμε για λίγο στη γη για να αποκτήσουμε αναμνήσεις -αυτές είναι τα μαγικά ανεξάντλητα καύσιμα. Γνωρίζουμε άτομα στους σταθμούς αυτούς. Αυτά τα άτομα μας χαρίζουν τις αναμνήσεις, μέσω της ανταλλαγής στιγμών. Εμείς τους δίνουμε τις ιστορίες απ'τα ταξίδια μας κι αυτοί μας διηγούνται τις δικές τους. Κάποια στιγμή θα πρέπει να αφήσουμε πίσω το μέρος αυτό, να επιστρέψουμε στο αεροδρόμιο και να φύγουμε. Δυστυχώς, συχνά δεν καθορίζουμε εμείς τις ημερομηνίες αναχώρησης, και ακόμα χειρότερα, πολλές φορές δε μπορούμε να τις αλλάξουμε, δε μπορούμε να παρατείνουμε την παραμονή μας ή να φύγουμε πιο γρήγορα απ'όσο θα θέλουμε. Είμαστε αναγκασμένοι να ψάξουμε για τις αναμνήσεις -να τις δημιουργήσουμε-, αυτές μας δίνουν την ώθηση να συνεχίσουμε να ταξιδεύουμε. Πολλοί άνθρωποι από αυτούς που γνωρίζουμε θα ταξιδεύουν μαζί μας, ακόμα κι αν δεν κάθονται δίπλα μας στο αεροπλάνο. Οι ιστορίες τους θα μας συντροφεύουν όταν νιώθουμε μόνοι, στιγμές σαν κι αυτές που βάζουμε τα ακουστικά μας και χανόμαστε, είτε καθώς ταξιδεύουμε στον αέρα, είτε καθώς περπατάμε σ'ένα γνώριμο λιμενοβραχίονα, είτε σ'έναν άγνωστο, πολλά χιλιόμετρα μακριά. Η πορεία του ταξιδιού -άγνωστο αν είναι προσχεδιασμένη ή αν την καθορίζουμε εμείς με τις κινήσεις και τις επιλογές μας - πραγματοποιείται χωρίς χάρτη. Ο αυτόματος πιλότος, το υποσυνείδητό μας, είναι αυτός που κινεί τα νήματα τις περισσότερες φορές. Κι είναι κάποιες άλλες που ορμάμε στο πιλοτήριο και οδηγημένοι από το ένστικτό μας και μόνο καταφέρνουμε να ελέγξουμε το αεροπλάνο και να το προσγειώσουμε -ανώμαλα συνήθως- σε μέρη που έχουν καταγραφεί στο χάρτη του μυαλού μας. Μέρη απ'τα οποία έχουμε ξαναπεράσει αλλά ξαναγυρνάμε, ζητώντας απαντήσεις ή ευκαιρίες να ξαναζήσουμε ό,τι κάποτε υπήρξε, χωρίς όμως να τα καταφέρνουμε, μιας και κάθε φορά που φεύγουμε αφήνουμε πίσω μας ένα χάος στα ταξίδια των άλλων, μπλεκόμαστε στα δικά τους δρομολόγια. Κι έτσι συνεχίζει αυτή η ατέλειωτη διαδρομή, το τέλος της οποίας συναντάς όταν λιγότερο θα το περιμένεις.

Υ.Γ. Ελάχιστα από τα άτομα που συναντάς στα ταξίδια σου θα επιλέξουν να γίνουν συνεπιβάτες σου. Αυτούς να τους προσέχεις σαν τα μάτια σου, γιατί εκείνοι είναι πολυτιμότεροι από κάθε ανάμνηση και ιστορία. Αυτοί γεμίζουν τα κενά σου και καλύπτουν τις ώρες που αναρωτιέσαι κι αμφιβάλεις. Αυτοί είναι οι αφανείς ήρωες των ουσιαστικότερων στιγμών.