Είναι φορές που η μυρωδιά της πόλης αυτής είναι αποκρουστική.
Μυρίζει ιδρώτα. Κάποιος δεν έχει λεφτά (πόσο απαίσια λέξη τα λεφτά, πόσο πιο απαίσια σημασία..) να πλυθεί. Μυρίζει κρεμμύδια, το στιφάδο κάποιας γυναίκας που σιγοτραγουδά έντεχνο και μετανιώνει που δεν έγινε τραγουδίστρια, που βλέπει τα βράδια στην τηλεόραση τα τάλεντ σόουζ κι εύχεται να 'ταν νέα. Μυρίζει, ακόμη, υπόνομος, κι οι άνθρωποι κλείνουν μύτες, μάτια, και μυαλά για να περάσουν...όμως δε μπορούν να μυρίσουν τη σάπια ψυχή τους.
Χτύπησε το τηλέφωνο..
-Καλησπέρα είναι εκεί η κ.Π.;
-Από που τηλεφωνείτε;
-Για μια οφειλή σας..
-Και δε σκεφτήκατε ότι είναι μεσημέρι; Ότι ίσως ξεκουράζεται;
-...
- Ότι ίσως είναι άκομψο να τηλεφωνείτε τέτοια ώρα;
Η γυναίκα στην άλλη άκρη της γραμμής είχε σιωπήσει...και μετά σαν ο τόνος της να έγινε πιο σκληρός μου αποκρίθηκε
-Εσείς έχετε δουλειά ;
-Ναι και σίγουρα πιο δύσκολη από τη δική σας.
(Κι ακόμη πιστεύω, το να είσαι μαθήτρια που δίνει πανελλήνιες σε δύο μήνες είναι πιο δύσκολο από το να καλείς τηλέφωνα)
-Τότε θα ξέρετε ότι δεν ευθύνεστε πάντα εσείς για ό,τι κάνετε για τη δουλειά σας. Έτσι κι εγώ αν δεν είχα αυτή τη δουλειά δε θα μπορούσα να ζήσω. Ίσως η μαμά σας έχει πιο πολλά χρήματα γι αυτό κοιμάται το μεσημέρι.
τουτ..τουτ...τουτ...
Η κρίση που μας οδηγεί στο ξεπούλημα του εαυτού μας. Η ηθική αναλγησία της κρίσης. Βέβαια, αλυσίδα είναι όλα, εργάζεσαι όπου τύχει μιας και πρέπει να θρέψεις την οικογένειά σου. Όσο κι αν αντιπαθείς τη δουλεία-δουλειά σου. Κι έπειτα, σαφώς και δε μπορείς να υποκρίνεσαι, ξεσπάς. Χωρίς να ξέρεις με ποιον μιλάς. Τη λες στον άλλο, ο οποίος θα σε λυπηθεί. Επιζητείς τη λύπησή του χωρίς να ξέρεις καν με ποιον έχεις να κάνεις, κρύβεσαι στην ανωνυμία του τηλεφώνου και δε σε απασχολεί να μάθεις ότι ίσως ο άνθρωπος στον οποίο προσπαθείς να τη βγεις ζει χειρότερα από εσένα. Εξάλλου είπαμε, αναλγησία ηθική, όχι και ψυχολογική...
Και μέσα σε όλα αυτά εσύ. Τα μαθήματα και οι σάπιες εικόνες της άλλοτε υπέροχης πόλης, τα μεσημεριανά τηλεφωνήματα από εκείνους που "κάνουν τη δουλειά τους", ο καφές και τα νεύρα κι η προσμονή. Θέλω να υπερπηδήσω αυτούς τους δυόμισι μήνες, να τελειώνει αυτή η κατάσταση.
Και πάνω που ξέρω ότι τουλάχιστον εσύ καταλαβαίνεις, όχι δεν είναι έτσι.
Κανείς δεν καταλαβαίνει κανέναν πια, όλοι μόνο για τον εαυτούλη μας νοιαζόμαστε, και κρυβόμαστε στη μιζέρια, τη στεναχώρια, τη μοναξιά. Ή θεοποιούμε τους εαυτούς μας, μιας κι "εμείς είμαστε διαφορετικοί" και έτσι εφησυχαζόμαστε, επαναπαυόμαστε στη μοναδικότητα και στην υπεροχή μας.
Με ενοχλεί να σου ξεφεύγουν λόγια που εύχεσαι να μην είχες πει, με ενοχλεί να μετανιώνεις για ό,τι μου λες, με ενοχλεί που περνάς χρόνο με εκείνη κι όχι με εμένα και που έχω πανελλήνιες, κι εγώ είμαι εδώ κι εσύ εκεί κι αυτή μπορεί να σου χαϊδεύει τα μαλλιά ενώ εμένα δε με αφήνεις ούτε να τα ακουμπήσω, ακόμα και σε εκείνες τις στιγμές τις πολύ δικές μας, που δεν ξεχωρίζει το 'εσύ' απ'το 'εγώ' αυτό που ξεχωρίζει είναι ότι τα μαλλιά σου είναι δικά σου, όπως και ο λαιμός σου όπως κι όλα εκείνα που αρνείσαι να μοιραστείς. Αλλά εγώ πρέπει και θέλω να αφήνομαι ολοκληρωτικά, κι έτσι πάντοτε φτάνουμε σε αυτά τα αδιέξοδα, που εγώ μοιράζομαι κι εσύ κρατάς, που εγώ έχω ανάγκη να δίνω κι εσύ να παίρνεις, που περιμένω πάλι τις καταστάσεις, τα λόγια και τις πράξεις που ποτέ δεν έρχονται. Που περιμένω πάλι εσένα, αλλά...
Καλό μήνα.