Προσπαθώ να ξεκινήσω να γράφω για τα ξεχασμένα παπούτσια.
Αδυνατώ να εκφράσω τις στιγμές με τα ξεχασμένα παπούτσια.
Αδυνατώ να σκεφτώ το πως θα είμαι μετά τα ξεχασμένα παπούτσια.
Και αρνούμαι να δεχτώ ότι το "θα" έχει ήδη φτάσει.
Ότι περάσαμε εν μια νυκτί από το μαζί στο υπήρξε όντως;
Υπήρξε.
Έχω βαρεθεί να κλείνουν κεφάλαια στη ζωή μου επειδή μου τα κλείνουν οι άλλοι.
Δε θέλω να αποδεχτώ ότι οι παρέες τελειώνουν σε μια στιγμή, ότι κάτι που σε γεμίζει δε θα μπορείς να το έχεις πια. Νιώθω ότι δε θέλω να ξαναασχοληθώ με το θέατρο γιατί δε θα είναι όπως ήταν εκεί και θα πέσω σε κατάθλιψη. Νιώθω πως ακόμα δεν έχω καταλάβει πόσο είχα δεθεί μαζί σας. Πόσο έχω δεθεί μαζί σας.
Και προέκταση.
Είναι οι άνθρωποι που φεύγουν κι εσύ μένεις να κοιτάς πλάτες να απομακρύνονται. Και την επόμενη μέρα, είναι σαν να μην υπήρξαν ποτέ. Την επόμενη μέρα σε ξεχνούν. Τον επόμενο μήνα τους ξεχνάς κι εσύ.
Όχι, όχι, δεν το 'κανες. Κι όμως το'κανες.
Ήταν η άρνηση.
Θέλω να σου φωνάξω τόσο πολύ, έχω νευριάσει τόσο πολύ.
Ήταν ο θυμός.