Περπατούσα μόνη μου, βράδυ.
Όχι δε φοβόμουν, ούτε μου έλειπαν τα ακουστικά μου.
Κι ούτε η παρέα μου έλειπε, αν και την έψαχνα.
Άκουγα την πόλη, τα αυτοκίνητα, τις φωνές, τις βρισιές των μεταναστών.
Με ενοχλούσαν τα φώτα κι η βρομιά παντού.
Με ενοχλούσαν οι άνθρωποι που έκαναν σαν καθυστερημένοι, τι κι αν διασκέδαζαν;
Με ενοχλούσα κυρίως εγώ, πάντα με ενοχλώ.
Μου φαινόμουν αταίριαστη με το σκηνικό, υπερβολικά άδεια.
Μου φαινόμουν συναισθηματική,πληγωμένη χωρίς λόγο, σαν να ψάχνω κάτι.
Σαν να αναζητώ μόνιμα κάτι, να έχω βαρεθεί οτιδήποτε, να θέλω να βρω ενδιαφέρον σε οτιδήποτε.
Απλά οι ανθρώπινες σχέσεις είναι όλες τόσο ψεύτικες.
Κίβδηλες, κάλπικες ... Κατεστραμένοι δεν είμαστε όλοι;
Φοβόμαστε, ψάχνουμε δικαιολογίες για όλα.Κλεινόμαστε στους εαυτούς μας επειδή δε θέλουμε να πληγωθούμε αλλά πληγώνουμε άλλους από επιλογή.
Και μετά αναρωτιόμαστε γιατί νιώθουμε τόσο άδειοι.
Επειδή φοβόμαστε να τολμήσουμε; Δικαιολογίες. Κι αφού τολμήσεις πάλι άδειος θα νιώθεις.
Ποτέ ολόκληρος, πάντα κάτι θα λείπει, πάντα θα το ψάχνεις κι εκεί που θα νομίζεις ότι θα το έχεις βρει, κι ίσως αλήθεια θα το έχεις βρει, θα καταλάβεις πόσο άπιαστο είναι.
Θα αντιληφθείς ότι πάντα θα το κυνηγάς αλλά ποτέ δε θα το πιάνεις.
Τουλάχιστον κάποιοι κυνηγούν υλικά αγαθά,αυτοί απλά αλλοτριώνονται.
Εκείνοι όμως που κυνηγούν συναισθήματα;
Εκείνοι που κυνηγούν άτομα και καταστάσεις;
Εκείνοι που ονειρεύονται, προσπαθούν, παλεύουν, μα πάντα μόνοι φροντίζουν τις ανοιχτές πληγές τους;
Αυτοί, αγάπη μου, αργά ή γρήγορα τρελαίνονται απ'την επιθυμία,δίνονται ολοκληρωτικά στο παιχνίδι και χάνουν. Ίσως τους το πάρει και διπλό η ζωή.
Το λέει κι ένα τραγούδι που μας μάθαιναν παλιά, ο χαμένος τα παίρνει όλα.
Δηλαδή νικάει; Κατακτάει το άπιαστο;
-Σου δίνω μία στις εκατό πιθανότητες να κάνει κάτι μαζί σου. Σκέψου λογικά, ξύπνα.
Έχασα μία φορά, δε δικαιούμαι να τα πάρω όλα τώρα;
Και να ξαναχάσω, δε θα το δικαιούμαι περισσότερο;
Τελικά δεν πρέπει να μένω μόνη μου γιατί αρχίζω και σκέφτομαι.
Δεν πρέπει να σκέφτομαι, φοβάμαι τα παιχνίδια του μυαλού μου, και πάντα καταλήγω με αυτό το συναίσθημα, το απροσδιόριστο.
Μα κάπου βαθιά μέσα μου νιώθω, ξέρεις, κενή.